2 6

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Στῦλος γέγονας Ὀρθοδοξίας, θείοις δόγμασιν ὑποστηρίζων τὴν Ἐκκλησίαν, ἱεράρχα Ἀθανάσιε, τῷ γὰρ Πατρὶ τὸν Υἱὸν ὁμοούσιον, ἀνακηρύξας κατήσχυνας Ἄρειον. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ

Ως θείος Αρχάγγελος, των νοερών στρατιών, Τριάδος την έλλαμψιν, καθυποδέχη λαμπρώς, Γαβριήλ Αρχιστράτηγε· όθεν εκ πάσης βλάβης, και παντοίας ανάγκης, σώζε απαρατρώτους, τους πιστώς σε τιμώντας, και πόθω ανευφημούντας, τα σα θαυμάσια

Η Υπαπαντή του Κυρίου

Η Υπαπαντή του Κυρίου

Αχιλλέας Πιτσίλκας, Δρ. Θεολογίας
Μία από τις Θεομητορικές και ταυτόχρονα Δεσποτικές εορτές είναι και η χαρακτηριζόμενη ως Υπαπαντή του Κυρίου, δηλαδή ως απάντηση του Χριστού από τους ευσεβείς εκπροσώπους του Ιουδαϊκού λαού κατά τη μετάβαση της Παναγίας στο Ναό των Ιεροσολύμων ύστερα από τη Γέννηση του Χριστού. Για την Υπάντηση δηλαδή αυτή σημειώνονται από τους ιερούς Ευαγγελιστές τα εξής:
α) Η μετάβαση της Παναγίας στο Ναό των Ιεροσολύμων για τον καθαρισμό της και για την αφιέρωση του Ιησού
Σαράντα ημέρες μετά τη Γέννηση του Χριστού στη Βηθλεέμ η Παναγία και ο προστάτης Ιωσήφ πήραν το δρόμο για τα Ιεροσόλυμα, παίρνοντας μαζί τους και το μικρό Ιησού, γιατί, σύμφωνα με το Νόμο το Μωσαϊκό, είχαν τελειώσει οι ημέρες του καθαρισμού της, ενώ ταυτόχρονα έπρεπε να προσφέρουν στο Θεό το μικρό Ιησού, ως πρωτότοκο.
Η Παναγία βέβαια, όπως σημειώνει ο ερμηνευτής Ζιγαβηνός, «ουχ υπέκειτο τω νόμω τούτω», γιατί είχε συλλάβει «τον σαρκωθέντα Λόγον υπερφυώς», δηλ. «εκ Πνεύματος Αγίου». Παρ’ όλα όμως αυτά πειθάρχησε στο νόμο των Εβραίων εκείνο, γιατί δεν ήθελε να παρακούει, αλλά να πειθαρχεί πάντοτε σ΄ αυτόν (Βλ. Π. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, Αθήναι 1972, τ. 100).
Κατά τη μετάβασή τους δε αυτή στο Ναό η Παναγία και ο προστάτης Ιωσήφ είχαν πάρει μαζί τους και ένα ζευγάρι τρυγόνια ή περιστέρια, για να τα προσφέρουν το Θεό για την εξαγορά του Ιησού, τον οποίο, σαν πρωτότοκο, ώφειλαν κατά το Νόμο να προσφέρουν στο Θεό. Όλοι οι ευσεβείς Ισραηλίτες δηλ., ύστερα από τη θανάτωση όλων των πρωτότοκων παιδιών των Αιγύπτιων, όφειλαν, κατά το νόμο, να προσφέρουν τα πρωτότοκα παιδιά τους στο Θεό.
Ύστερα από την καθιέρωση όμως της φυλής των Λευιτών στην υπηρεσία του Θεού, ορίσθηκε η εξαγορά κάθε πρωτότοκου παιδιού αντί 5 σίκλων και η προσφορά ενός ενιαύσιου αρνιού ή ενός ζεύγους τρυγόνων ή περιστεριών στην περίπτωση των πτωχών για τη θυσία του ολοκαυτώματος. Και αυτόν δε ακριβώς το νόμο θέλησαν τότε να εφαρμόσουν η Παναγία και ο Ιωσήφ, μένοντας υπόδειγμα εφαρμογής του Νόμου και της διδασκαλίας των Προφητών για όλους.
β) Η «υπάντηση» του Κυρίου από το Συμεών
Μόλις η αγία Οικογένεια έφθασε στις αυλές του Ναού, συναντήθηκε παρευθύς με το γέροντα Συμεών, που χαρακτηρίζεται από τον ευαγγελιστή Λουκά ως άνθρωπος «δίκαιος και ευλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ» (Λουκ. 2,25).
Εξαιτίας της πίστης του μάλιστα και ταυτόχρονα της ενάρετης ζωής, ο Συμεών είχε προσελκύσει τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που «ην επ΄ αυτόν» και που τον ενίσχυε σε κάθε της ζωής του βήμα. Φανέρωσε δε ταυτόχρονα σ΄ αυτόν ότι δεν θα πεθάνει, «πριν η ίδη τον Χριστόν Κυρίου» (Λουκ. 2,26), δηλ. το Μεσσία. Κατά την ώρα δε, που η Παναγία ανέβαινε τα σκαλιά του Ναού, που θα την οδηγούσαν στην αυλή των Ιουδαίων, ο Συμεών «ήλθεν εν Πνεύματι εις το ιερόν» (Λουκ. 2,27) και βλέποντας το «σωτήριον φως», δέχτηκε στην αγκαλιά του το μικρό Ιησού, ενώ ταυτόχρονα ευλόγησε το Θεό γι΄ αυτό που τον αξίωσε να ιδεί με τα μάτια του, λέγοντας: «Νυν απολύεις τον δούλον Σου, Δέσποτα, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν Σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού Σου Ισραήλ» (Λουκ. 2,29-32). Τώρα δηλ., Θεέ μου, μπορείς να με πάρεις κοντά Σου, εφόσον είδα με τα μάτια μου το Σωτήρα, που έστειλες για τη λύτρωση όλων των λαών και που αποτελεί την πιο μεγάλη δόξα για το Ισραήλ. Αυτά δε τα είπε, κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, γιατί «Δεν έμεινεν ο νούς του εις μόνον το έξω και βλεπόμενον σχήμα της ανθρωπότητος, αλλά διά μέσου των θείων μελών του παναγίου Βρέφους… παρέκυπτεν εις το έσω και κεκρυμμένον φως της Θεότητος», (Εορτοδρόμιον, σ. 193). Αυτό δε ακριβώς το φως της Θεότητος βλέπουν στο Χριστό από τότε και όλοι οι πιστοί. Για το λόγο δε αυτόν σημειώθηκε από τον Π. Τρεμπέλα ότι «Η ωδή αυτή (του Συμεών) εξισούται προς τους ωραιοτέρους ψαλμούς. Από του Ε΄ (δε) αιώνος χρησιμοποιείται εις τους εσπερινούς της Εκκλησίας (Αποστ. Διατ. VII, 48) και συχνάκις υπήρξεν ο ύμνος των αποθνησκόντων αγίων» (όπ.π. 105).
γ) Η προφητεία του Συμεών για το Χριστό
Ύστερα δε από τα πιο πάνω λόγια, που είπε ο Συμεών με τον ιδιαίτερο φωτισμό και την έμπνευσή του από το Θεό, στράφηκε προς τον Ιωσήφ και τη Μαριάμ, που τον άκουγαν εκστατικοί, και τους ευλόγησε, ενώ στη συνέχεια απευθύνθηκε ιδιαίτερα προς τη Μαριάμ και είπε: -«Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον». Και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθωσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί» (Λουκ. 2,33-35). Ο Μεσσίας δηλ. θα γίνει αιτία της πτώσης για όσους απιστήσουν, ενώ το όνομά Του θα αντιλέγεται διά μέσου των αιώνων μεταξύ πιστών και απίστων. Αλλά και τη δική σου καρδιά, είπε στην Παναγία, θα διαπεράσει το οδυνηρό μαχαίρι της θλίψης και της οδύνης, όταν θα ιδείς το γιό Σου το μονογενή να σταυρώνεται. Με τον τρόπο δε αυτό θα ξεσκεπασθούν τελικά οι διαλογισμοί όλων των ανθρώπων, δηλ. με την παραδοχή ή μη της μεσιανικότητας του Χριστού (Βλ. Π. Τρεμπέλα Υπ. εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, Αθήναι1972, σ. 109-11).
(Σημ. Εξαιτίας της παραδοχής ή απόρριψης της μεσσιανικότητας του Χριστού, οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και οι άγιοι Απόστολοι χαρακτήρισαν το Χριστό ως λίθο ακρογωνιαίο, στον οποίο θα στηρίξουν τις ελπίδες τους όλοι οι πιστοί, ενώ σ΄ Αυτόν θα σκοντάψουν και θα συντριβούν όλοι οι άπιστοι. (Βλ. Η σ. 8, 13-14. Ματ. 21,42, Μαρ. 2,10, Λουκ. 20,17-18. Πρ. 4,11. Ρωμ. 9,32. 1 Κορ. 3, 12.1 Πέτρ. 2,48 ).
δ) Η «υπάντηση» της προφήτιδας Άννας με το Χριστό
Την ίδια δε ώρα, που γίνονταν τα πιο πάνω, έφθασε στο ιερό και η προφήτιδα Άννα, η θυγατέρα του Φανουήλ από τη φυλή του Ασήρ. Η γυναίκα δηλ. αύτη, που είχε ζήσει με τον άνδρα της επτά έτη μονάχα, είχε αφιερώσει, μετά το θάνατο του συζύγου της, τον εαυτό της, στο Θεό. Για το λόγο δε αυτό δεν απομακρυνόταν ημέρα και νύκτα από το Ναό, στον οποίο υπηρετούσε, «νηστείαις και δεήσεσι λατρεύουσα» (Λουκ. 2,37), μέχρι την ηλικία των 84 ετών, στην οποία είχε φθάσει. Εξαιτίας δε της ευσέβειάς της αυτής, παρακινήθηκε από το Θεό να έλθει και αυτή στο σημείο εκείνο, όπου φθάνοντας «ανθωμολογείτο τω Κυρίω και ελάλει περί αυτού πάσι τοις προσδεχομένοις λύτρωσιν εν Ιερουσαλήμ» (Λουκ. 2,38).
Πλησίασε δηλ. αρχικά και αυτή τον Κύριο, τον οποίο πιθανότατα πήρε στην αγκαλιά της, ενώ στη συνέχεια άρχισε να ευχαριστεί το Θεό και να δοξολογεί το όνομά Του για τη λύτρωση και τη σωτηρία που έστειλε με τη Γέννηση του Χριστού – Μεσσία στους ανθρώπους.

«Ελευθερία»2/2/2010