2 6

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Στῦλος γέγονας Ὀρθοδοξίας, θείοις δόγμασιν ὑποστηρίζων τὴν Ἐκκλησίαν, ἱεράρχα Ἀθανάσιε, τῷ γὰρ Πατρὶ τὸν Υἱὸν ὁμοούσιον, ἀνακηρύξας κατήσχυνας Ἄρειον. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ

Ως θείος Αρχάγγελος, των νοερών στρατιών, Τριάδος την έλλαμψιν, καθυποδέχη λαμπρώς, Γαβριήλ Αρχιστράτηγε· όθεν εκ πάσης βλάβης, και παντοίας ανάγκης, σώζε απαρατρώτους, τους πιστώς σε τιμώντας, και πόθω ανευφημούντας, τα σα θαυμάσια

Αγ.Μαρτινιανός-Ένα πρότυπο αγνείας.(+13 Φεβρουαρίου)

Ό όσιος Μαρτινιανός γεννήθηκε στην Καισαρεία της Πάλαιστίνης προς τα τέλη του 4ου αιώνος. Διαπνεόμενος από θείο πόθο εκ νεότητός του,απαρνήθηκε τον κόσμο σε ηλικία δεκαοχτώ ετών και μετέβη σε ορός ονομαζόμενο Κιβωτός,οπού ζούσαν και άλλοι ερημίτες για να διάγει ασκητικό βίο. Επί είκοσι έξι χρόνια επιδόθηκε με τόσο ζήλο στους άθλους της αρετής, ώστε απέκτησε το χάρισμα της θαυματουργίας. Ό δαίμων,φθονώντας την πρόοδο αύτη, προσπαθούσε να τον περισπάσει από την αδιάλειπτη προσευχή του με κάθε είδους θορύβους καϊ τρομακτικές οπτασίες και του υπέβαλλε ακάθαρτους λογισμούς, ο άγιος όμως παρέμενε ατάραχος έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στην βοήθεια του Θεού.

Μία γυναίκα έκλυτων ηθών άκουσε να γίνεται λόγος για την αγγελική βιοτή του Μαρτινιανού, δήλωσε πώς παρέμενε αγνός μόνο και μόνο γιατί του έλειπαν οι ευκαιρίες και ορκίστηκε ότι θα κατάφερνε να τον αποπλανήσει.Παρουσιάστηκε μπροστά στο κελλί του ένα βράδυ που έβρεχε καταρρακτωδώς,ντυμένη με κουρέλια,ικετεύοντας τον ασκητή να της προσφέρει στέγη για την νύκτα. Συμπονώντας την και φοβούμενος μην την κατασπαράξουν τα άγρια θηρία,ό άνθρωπος του Θεού της άνοιξε την πόρτα,την έβαλε να ζεσταθεί δίπλα σε μια καλή φωτιά,την φίλεψε λίγους χουρμάδες και αποσύρθηκε στο εσωτερικό δωμάτιο,οπού πέρασε σχεδόν όλη την νύχτα ψάλλοντας και προσευχόμε-νος, πριν πλαγιάσει. Καθώς όμως δεχόταν την επίθεση βίαιων σαρκικών λογισμών για την γυναίκα αυτή,σηκώθηκε μέσα στην νύχτα και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιό της για να την διώξει.Μόλις άνοιξε όμως την πόρτα, αντί για την φτωχιά ζητιάνα,είδε να φανερώνεται μπροστά του ή νέα γυναίκα πλούσια στολισμένη πού με ένα δελεαστικό χαμόγελο του θύμισε τα παραδείγματα προφητών και αποστόλων που είχαν πάρει γυναίκα και κατάφερε να κλονίσει την ψυχή του ασκητού που τόσα χρόνια είχε αντισταθεί στους πειρασμούς των δαιμόνων. Ενδίδοντας στην πρόταση της, ζήτησε μόνο ένα λεπτό καιρό να δει έξω, μήπως υπήρχε φόβος να τους αιφνιδιάσει κάποιος επισκέπτης.Καθώς κοίταζε τον ορίζοντα,ό Θεός σπλαγχνίστηκε τον δούλο του και ξύπνησε την συνείδηση του με την αχτίνα της χάριτος. Ό Μαρτινιανός, συναισθανόμενος την φρίκη της αβύσσου στην οποία ετοιμαζόταν να πέσει, πήγε καϊ μάζεψε κλαδιά, άναψε φωτιά στο εσωτερικό κελλί του και μπήκε σ' αυτήν με γυμνά πόδια, λέγοντας: «Το αντέχεις, δύστυχε; Σκέψου πώς θα αντέξεις το αιώνιο πυρ,οπού θα βυθιστείς, αν πλησιάσεις αυτό το πλάσμα». Βγήκε από την φωτιά, αλλά σε λίγο ξαναμπήκε φωνάζοντας: «Συγχώρεσέ με, Χριστέ μου, Εσένα μόνο αγαπώ και για Σένα παραδίδομαι στις φλόγες!» Ακούγοντας τις φωνές ή άθλια γυναίκα, έτρεξε και συγκλονισμένη μπροστά στο θέαμα της εθελούσιας θυσίας του Μαρτινιανού μεταστράφηκε ακαριαία, πέταξε τα στολίδια της στην φωτιά και πέφτοντας στα πόδια του άγιου με δάκρυα, τον ικέτευσε να της δείξει την οδό της μετανοίας. Ό Μαρτινιανός την συγχώρεσε και την έστειλε στην γυναικεία Μονή της Όσιας Παύλας [26 Ιαν.], όπου έμεινε δώδεκα χρόνια και για την αγιότητα του βίου της ο Θεός της παραχώρησε την χάρη να επιτελεί θαύματα.

Όσο για τον όσιο Μαρτινιανό, μετά από επτά μήνες, μόλις γιατρεύτηκε από τα εγκαύματα,έλαβε την απόφαση να αποσυρθεί σε ένα ξερονήσι μέσα στο πέλαγος,ελπίζοντας έτσι να ξεφύγει από κάθε πει-ρασμό. Πέρασε έκεί δέκα χρόνια, εκτεθειμένος νύκτα-μέρα σε όλους τους καιρούς, ζώντας από την εργασία των χεριών του και με λίγα τρόφιμα που του έφερνε κατά καιρούς ένας ναυτικός. Παρολες τις προφυλαξεις του για να εξασφαλίσει την ησυχία, του έμενε να μάθει ακόμη, ότι δεν υπάρχει τόπος στην γη, οπού θα μπορούσε κάποιος να είναι απόλυτα ασφαλής από τον πειρασμό. Μία νύκτα, την ώρα πού περνούσε ένα καράβι έκεί κοντά,ό δαίμων σήκωσε τόσο βίαιη τρικυμία ώστε το πλοΐο βούλιαξε μέσα στα λυσσασμένα κύματα και μόνο μια ωραία κόρη κατάφερε να σωθεί πάνω σε μια σανίδα φθάνοντας κοντά στο βράχο.Βλέποντας τον άγιο του φώναξε να την βοηθήσει. Ό Μαρτινιανός διαβλέποντας ότι επρόκειτο για έναν νέο πειρασμό του πονηρού πνεύματος, όπλίσθηκε με την προσευχή και έβγαλε την κοπέλα από το νερό. Της είπε όμως αμέσως: «Δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ μαζί. Να ψωμί και νερό.Σέ λίγες ημέρες θα πιάσει εδώ ένας καπετάνιος πού έχει συνήθειο να μου φέρνει τροφή. Πες του την ιστορία σου και θα σε Μαρτινιανός την ψυχή του στον Κύριο για να λάβει τον στέφανο των μαρτύρων, διότι εθελούσια πέρασε δια πυρός και ύδατος (Ψαλμ. 65, 12), για να κρατήσει την αγνεία του. "Οσο για την νέα ναυ­αγό που ονομαζόταν Φωτεινή,έμεινε με την θέληση της στον βράχο, κατά το παράδειγμα του Μαρτινιανοΰ, για έξι χρόνια,τρεφόμενη από τον θαλασσινό. Ντυμένη ως άνδρας, δουλεύοντας σκληρά με τα χέρια της και προσκαρτερώντας στην προσευχή, παρέδωσε την αγία ψυχή της στον Θεό σε ηλικία είκοσι πέντε χρονών και ενταφιάσθηκε στην Και­σαρεία της Παλαιστίνης.πάει στην πα­τρίδα σου». Άφοϋ την νουθέτησε για την αρετή, έκανε το σημείο του σταυρού και ρίχτηκε στην θάλασσα. Την στιγμή εκείνη, δύο δελφίνια σταλμένα από την θεία Πρόνοια τον πήραν στην ράχη τους και τον έβγαλαν σώο και άβλαβη στην στεριά. Δοξάζοντας τον Θεό, ο άγιος αποφάσισε να ζήσει σαν ξένος, περιπλανώμενος από τόπο σε τόπο, ζών­τας από ελεημοσύνες, χωρίς να συνδέεται με κανένα, για να γλυτώσει από τον πειρασμό. "Ετσι σε δύο χρόνια πέρασε από εκατόν εξήντα τέσσερεις πόλεις και έφθασε τέλος στην Αθήνα, οπού ο Θεός του αποκά­λυψε πώς είχε φθάσει ή τελευταία του ώρα. Ό επίσκοπος μαθαίνοντας το, επισκέφθηκε τον άνθρωπο του Θεοΰ και του ζήτησε να προσευχηθεί για εκείνον και το ποίμνιο του, όταν θα φθάσει στον Παράδεισο. "Ετσι παρέδωσε ο Μαρτινιανός την ψυχή του στον Κύριο για να λάβει τον στέφανο των μαρτύρων, διότι εθελούσια πέρασε δια πυρός και ύδατος (Ψαλμ. 65, 12), για να κρατήσει την αγνεία του. Οσο για την νέα ναυ­αγό που ονομαζόταν Φωτεινή, έμεινε με την θέληση της στον βράχο, κατά το παράδειγμα του Μαρτινιανού,για έξι χρόνια, τρεφόμενη από τον θαλασσινό. Ντυμένη ως άνδρας, δουλεύοντας σκληρά με τα χέρια της και προσκαρτερώντας στην προσευχή, παρέδωσε την αγία ψυχή της στον Θεό σε ηλικία είκοσι πέντε χρονών και ενταφιάσθηκε στην Και­σαρεία της Παλαιστίνης.