2 6

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Στῦλος γέγονας Ὀρθοδοξίας, θείοις δόγμασιν ὑποστηρίζων τὴν Ἐκκλησίαν, ἱεράρχα Ἀθανάσιε, τῷ γὰρ Πατρὶ τὸν Υἱὸν ὁμοούσιον, ἀνακηρύξας κατήσχυνας Ἄρειον. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ

Ως θείος Αρχάγγελος, των νοερών στρατιών, Τριάδος την έλλαμψιν, καθυποδέχη λαμπρώς, Γαβριήλ Αρχιστράτηγε· όθεν εκ πάσης βλάβης, και παντοίας ανάγκης, σώζε απαρατρώτους, τους πιστώς σε τιμώντας, και πόθω ανευφημούντας, τα σα θαυμάσια

ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΤΡΙΩΔΙΟΥ (ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΠΟ ΕΞΙ)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

Τὴν Κυριακὴ αὐτὴ διαβάζεται ἡ ὁμώνυμη παραβολή, στὴν ὁποία διακρίνουμε τὰ ἀποτελέσματα τῆς ὑπερήφανης προσευχῆς τοῦ «δικαίου» Φαρισαίου ποὺ τελικὰ δὲν εἰσακούστηκε καὶ τῆς ταπεινῆς προσευχῆς τοῦ ἁμαρτωλοῦ Τελώνου, τοῦ ὁποίου (ἡ προσευχή) ἀνέβη στὸν οὐρανὸ ὡς θυμίαμα καὶ εἰσακούστηκε.
Μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο ἡ Ἐκκλησία μᾶς βοηθᾶ νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴν ἀνάγκη προσεγγίσεως τῆς ὑψοποιοῦ ταπεινώσεως, τὴν ὁποία κάθε χριστιανὸς πρέπει νὰ ἐπιδιώκει μέσα στὴν περίοδο τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς καὶ κατ᾿ ἐπέκταση στὴ ζωή του.
Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος δὲν κινδυνεύει νὰ πέσει. «Ὁ ὑποκάτω πάντων ὤν, ποῦ πεσεῖται;» λέγουν οἱ Πατέρες. Δηλ. αὐτὸς ποὺ τοποθετεῖ καὶ θεωρεῖ τὸν ἑαυτόν του κάτω - κάτω, χαμηλότερα ἀπ᾿ ὅλους, ποῦ θὰ πέσει; Καὶ ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἔλεγε: «Εἶδα ὅλες τὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ νὰ ἔχουν ἁπλωθεῖ πάνω στὴ γῆ καὶ εἶπα λυπημένος: Ποιὸς ἄραγε μπορεῖ νὰ τὶς ἀποφύγει; Καὶ ἄκουσα φωνὴ ποὺ ἔλεγε: Ἡ ταπεινοφροσύνη!»
Τὴν Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ αὐτῆς τῆς ἑβδομάδας τρώγεται καὶ κρέας.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ

Ἡ παραβολὴ τοῦ «Ἀσώτου Υἱοῦ» εἶναι γνωστή. Ὁμιλεῖ γιὰ ἕνα πλούσιο νέο ὁ ὁποίος ἄσωτα κατασπατάλησε τὴν περιουσία του σὲ χώρα μακρινὴ καὶ στὸ τέλος κατάντησε νὰ βόσκει χοίρους. Τότε μετανόησε καὶ ἐπέστρεψε στὸν πατέρα του, ποὺ τὸν δέχθηκε μὲ ἄπειρη ἀγάπη καὶ στοργή.
Ἡ παραβολὴ εἶναι ἀνεξάντλητη σὲ νοήματα, ἀφοῦ, ὅπως λέγεται, ὁλόκληρο τὸ ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας εὑρίσκεται μέσα σ᾿ αὐτή.
Τὸ βαθύτερο νόημα τῆς παραβολῆς εἶναι τετραπλό:
α. Ἡ ἀπελπιστικὴ κατάσταση στὴν ὁποία φθάνει ὁ ἁμαρτωλός.
β. Ἡ ἀνάγκη μετανοίας καὶ τὰ σωτήρια ἀποτελέσματά της.
γ. Τὸ μέγεθος τῆς θείας Εὐσπλαχνίας, στὴν ὁποία μποροῦν νὰ στηρίζονται καὶ οἱ πλέον ἁμαρτωλοί, ὥστε νὰ μὴ φθάνουν ποτὲ στὴν ἀπελπισία. Κανένα ἁμάρτημα, ὅσο μεγάλο κι ἂν θεωρεῖται, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερνικήσει τὴ φιλάνθρωπη γνώμη τοῦ Θεοῦ καὶ
δ. Ἡ ἀποφυγὴ τοῦ αἰσθήματος τῆς αὐτάρκειας τοῦ δικαιωμένου, ὅπως θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ὁ πρεσβύτερος υἱός.
Ἐὰν λοιπὸν συναισθανθοῦμε τὴν πραγματικὴ πνευματική μας κατάσταση καὶ μὲ εἰλικρίνεια ὁμολογήσουμε τὰ λάθη μας καὶ τὴν κατασπατάληση τῶν ταλάντων ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Θεός, θὰ καταλάβουμε ὅτι αὐτὴν τὴν Κυριακὴ ὅλοι μας ἑορτάζουμε καὶ ὅλοι, κατὰ κάποιο τρόπο, εἴμαστε ἄσωτοι υἱοί, ἀπομακρυνθέντες ἀπὸ τὸν «Οἶκον τοῦ Οὐρανίου Πατρός μας».
Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ τηρεῖται κανονικὴ νηστεία (ἀλάδωτα).

ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ

Τὸ Σάββατο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω, λέγε - «Σάββατο τῶν Ψυχῶν» ἢ Ψυχοσάββατο. Εἶναι τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ δυὸ Ψυχοσάββατα τοῦ ἔτους (τὸ δεύτερο ἐπιτελεῖται τὸ Σάββατο πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς).
Ὁ λόγος ποὺ τὸ καθιέρωσε ἡ Ἐκκλησία μας, παρ᾿ ὅτι κάθε Σάββατο εἶναι ἀφιερωμένο στοὺς κεκοιμημένους, εἶναι ὁ ἑξῆς: Ἐπειδὴ πολλοὶ κατὰ καιροὺς ἀπέθαναν μικροὶ ἢ στὴν ξενιτιὰ ἢ στὴ θάλασσα ἢ στὰ ὄρη καὶ τοὺς κρημνοὺς ἢ καὶ μερικοί, λόγῳ πτώχειας, δὲν ἀξιώθηκαν τῶν διατεταγμένων μνημοσύνων, «οἱ θεῖοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι ἐθέσπισαν τὸ μνημόσυνο αὐτὸ ὑπὲρ πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων Χριστιανῶν».
Ἐπειδὴ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω ποιοῦμε ἀνάμνηση τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ κεκοιμημένοι μας ἀκόμη δὲν κρίθηκαν, τοὺς μνημονεύουμε σήμερα καί, ἐπικαλούμενοι τὸ ἄπειρο ἔλεός Του, παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ μὲ τὸ μνημόσυνο ποὺ κάνουμε, νὰ τοὺς ἀναπαύσει.
Συγχρόνως δέ, ἐνθυμούμενοι καὶ ἐμεῖς τὸ θάνατο, «διεγειρόμεθα πρὸς μετάνοιαν...».

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ

Ἡ Κυριακὴ αὐτὴ λέγεται ἔτσι, διότι ἀπὸ τὴν ἑπόμενη ἡμέρα (Δευτέρα) ἀπέχουμε κρέατος. Δηλ. ἡ Κυριακὴ τῆς Ἄποκρεω εἶναι ἡ τελευταία ἡμέρα τῆς κρεοφαγίας μέχρι Πάσχα καὶ δὲν ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυση κρέατος, ἐκτὸς ἂν πρόκειται γιὰ ἀρρώστους.
Οἱ θεῖοι Πατέρες ἔταξαν αὐτὴ τὴν Κυριακὴ νὰ γίνεται ἀνάμνηση τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ θυμόμαστε, ὄχι μόνο τὴ φιλανθρωπία Του (ἀπὸ τὴν Κυριακή του Ἀσώτου), ἀλλὰ καὶ τὴ δικαιοσύνη Του στὴν κρίση ποὺ θὰ γίνει μερικῶς τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου μας καὶ τελικῶς - τελεσιδίκως στὴ Δευτέρα Παρουσία Του.
Ἔτσι εἶναι δυνατὸν νὰ διεγειρόμαστε ἀπὸ τὸν ὕπνο ἢ ἀμελείας πρὸς ἐργασία τῶν ἀρετῶν καὶ καλλιέργεια - αὔξηση τῶν ταλάντων μας.

ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Μετὰ τὴν προηγηθεῖσα (μὲ τὰ προηγούμενα) παιδαγωγία, οἱ Θεοφόροι Πατέρες σὰν ἄριστοι Στρατηγοί, ποὺ προετοιμάζουν τὰ στρατεύματά τους γιὰ μάχη μὲ τὰ λαμπρὰ Παραδείγματα τῶν ἡρῴων, μᾶς προβάλλουν ἤδη πρὸς μίμηση καὶ παρηγοριὰ ὅλους τοὺς διαλάμψαντες ὁσίους καὶ θεοφόρους Πατέρες καὶ Μητέρες - Μοναχοὺς καὶ Μοναχὲς ποὺ ἁγίασαν μὲ νηστεία - ἀγρυπνία - προσευχὴ καὶ ταπείνωση.
Ὅλοι αὐτοὶ ποὺ ἀποτελοῦν παραδείγματα ἀγῶνος καὶ μετανοίας μᾶς παρακινοῦν καὶ μᾶς προτρέπουν στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα ποὺ ἀρχίζει, πρὸς ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, ἀπόρριψη τῶν κακιῶν καὶ τελικὴ κατάκτηση «τῶν ἐπηγγελμένων ἡμῖν ἀγαθῶν» (ἐγκόσμιων καὶ ὑπερκοσμίων).
Κακῶς ἐπικράτησε νὰ θεωροῦνται τὸ Σάββατο αὐτὸ καὶ τὸ Α´ Σάββατο τῶν Νηστειῶν (τοῦ θαύματος τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου) ὡς Ψυχοσάββατα.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ

Μετὰ τὴ διακοπὴ τῆς κρεοφαγίας, αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα (τρίτη τοῦ Τριωδίου), ΟΛΕΣ τὶς ἡμέρες της, τρῶμε τυροκομικά, αὐγὰ καὶ ψάρια. Γι᾿ αὐτὸ ὀνομάστηκε «Τυροφάγου» ἢ «Τυρινῆς».
Ἡ Ἐκκλησία μας, χωρὶς νὰ θεωρεῖ μολυσμένη καμία τροφή, ἐπιτρέπει τὴ βρώση γάλακτος καὶ αὐγῶν καὶ ὄχι τὸ πρόβατο ἢ τὸ κοτόπουλο, ποὺ τὰ παράγουν, ΔΙΟΤΙ ΔΙΑΚΡΙΝΕΙ τὶς τροφὲς σὲ περισσότερο καὶ ὀλιγότερο βοηθητικὲς στὴν ἐγκράτεια καὶ κατὰ καιροὺς ἄλλες ἐπιτρέπει καὶ ἄλλες ἀπαγορεύει.
Μαζί μὲ τὴ νηστεία λοιπόν, ποὺ ἀρχίζει μερικῶς καὶ σταδιακῶς ἀπὸ τὴν ἑβδομάδα αὐτή, ἡ Ἐκκλησία φέρει ἐνώπιόν μας καὶ μᾶς θυμίζει μὲ τὰ τροπάρια αὐτῆς τῆς Κυριακῆς, τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν Παράδεισο, ποὺ ἔγινε λόγῳ τῆς παρακοῆς τους (δὲν ἐτήρησαν τὴ νηστεία, σχετικά μὲ τὸν ἀπαγορευμένο καρπό). Ἀντὶ τοῦ Παραδείσου καὶ τῆς αἰωνιότητας, βρῆκαν τὸ θάνατο.
Καὶ ἐμεῖς καλούμεθα (μὲ τὴν ὑμνολογία τῆς ἡμέρας) αὐτὸ ποὺ ἔχασε ὁ Ἀδὰμ μὲ τὴν ἀκρασία (ἀνυπακοή, ἀμετανοησία, ἐγωισμὸ καὶ γαστριμαργία), νὰ τὸ κερδίσουμε μὲ τὴν ἐγκράτεια (ὑπακοή, μετάνοια, ταπείνωση καὶ νηστεία).
Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας αὐτὴ τὴν Κυριακὴ μᾶς τονίζει ὅτι: «Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται (ἄνοιξε) οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι (ὅσοι θέλουν ν᾿ ἀγωνιστοῦν) εἰσέλθετε...», ὥστε, ὅσοι εἶναι καλοπροαίρετοι, ν᾿ ἀρχίσουν μὲ ὄρεξη καὶ χαρὰ τὸν ἀγῶνα τῆς Τεσσαρακοστῆς.

ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΙ

Τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τῆς Τυροφάγου τελεῖται ὁ κατανυκτικὸς Ἑσπερινός της Συγνώμης.
Κατανυκτικὸς λέγεται, διότι ψάλλονται κατανυκτικὰ τροπάρια ἀπὸ τὸ Τριώδιο, ποὺ τὸ περιεχόμενό τους διαποτίζεται ἀπὸ βαθιὰ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας, πένθος, συντριβή, μετάνοια καὶ θερμὴ ἱκεσία γιὰ ἄφεση ἁμαρτιῶν.
Ἑσπερινὸς Συγνώμης λέγεται, αὐτὸς μόνον, ἀπὸ τοὺς κατανυκτικούς, διότι στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ὁ λαὸς ἀσπάζεται τὸ Εὐαγγέλιο ζητώντας ἀπὸ τὸν ἱερέα συγγνώμη καὶ στὴ συνέχεια καὶ μεταξύ τους, ὥστε συγχωρεμένοι νὰ ἀρχίσουν τὴ Μεγ. Τεσσαρακοστή. Πρόκειται γιὰ μία ὡραία συνήθεια, ποὺ καλὸ εἶναι νὰ ἀναβιώσει.
Αὐτοὶ οἱ κατανυκτικοὶ Ἑσπερινοὶ τελοῦνται κάθε Κυριακὴ τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς.
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικὸ τῶν Ἑσπερινῶν αὐτῶν εἶναι ὅτι μετὰ τὴν Εἴσοδο καὶ τὸ «Ἑσπέρας Προκείμενον», ἀλλάζει ὁ διάκοσμος τῆς Ἁγίας Τραπέζης καὶ ἡ στολὴ τοῦ ἱερέως. Ἀπὸ πασχαλινή, λόγῳ τῆς Κυριακῆς, μεταπίπτει σὲ πένθιμη, λόγῳ τῆς Τεσσαρακοστῆς (ἀλλάζουν τὰ λευκά μὲ πορφυρὰ - ἐφ᾿ ὅσον τὸν Χριστὸ δὲν Τὸν πενθοῦμε ὡς ἄνθρωπο, ἀλλ᾿ ὡς Βασιλέα Θεό). Ὅπου χρησιμοποιοῦνται μὼβ ἢ μαῦρα, εἶναι συνήθεια μεταφερθεῖσα ἀπὸ τὴ Δύση.
Στὸ τέλος τοῦ Ἑσπερινοῦ ψάλλονται τὰ τροπάρια «Θεοτόκε Παρθένε...», «Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ...» κ.λπ. καὶ κατακλείονται μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου:
«Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῷς.
Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.
Ναί, Κύριε, Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου· ὅτι εὐλογητὸς εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Λέγοντάς την, κάνουμε καὶ τρεῖς μεγάλες μετάνοιες. Ἀκολουθοῦν δώδεκα μικρές, ἐνῷ λέμε μυστικῶς τό: «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» καὶ στὸ τέλος ἐπαναλαμβάνεται τό: «Ναὶ Κύριε, Βασιλεῦ...» κάνοντας καὶ τετάρτη μεγάλη μετάνοια.