ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Ἀπὸ τὴ Δευτέρα μετὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς ἀρχίζει ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστή. Εἶναι περίοδος αὐστηρῆς νηστείας, ἐκτενῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν καὶ γενικῶς πνευματικῆς περισυλλογῆς καὶ μετάνοιας.Στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐθέσπισαν τὴν 40ήμερη αὐτὴ νηστεία, κατὰ μίμηση τῆς 40ήμερης νηστείας τοῦ Κυρίου, ὥστε προετοιμασμένοι μὲ προσευχὲς καὶ ἐλεημοσύνες, μὲ νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες, μὲ δάκρυα καὶ ἐξομολόγηση καὶ καθαρὴ συνείδηση, νὰ ἑορτάσουμε τὶς ἅγιες ἡμέρες τῶν Παθῶν καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας.
Νηστεύουμε γιὰ τὰ ἰδικά μας ἁμαρτήματα, λέει ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος καὶ ὄχι γιὰ τὸ Πάσχα ἢ τὴ Σταύρωση τοῦ Κυρίου μας.
Λέγεται ἡ Τεσσαρακοστὴ αὐτὴ «Μεγάλη», γιατί:
α. Εἶναι μεγάλα τὰ γεγονότα στὰ ὁποῖα ὁδηγούμαστε (Πάθη - Ἀνάσταση).
β. Ἡ νηστεία τὴν περίοδο αὐτὴ εἶναι αὐστηρὴ καὶ διαφέρει ἀπὸ τὴ νηστεία τῆς Τεσσαρακοστῆς τῶν Χριστουγέννων. Δηλ. εἶναι ἀλάδωτη δὲν τρῶμε λάδι, πλὴν Σαββάτου καὶ Κυριακῆς. Ὅλες τὶς ἄλλες ἡμέρες τρῶμε ξηροφαγία ἢ ἀλάδωτα φαγητά. Ἐννοεῖται ὅτι αὐτὴ τὴ νηστεία τὴν ἐφαρμόζουν οἱ ὑγιεῖς. Ὅσοι ἔχουν προβλήματα ὑγείας, παίρνουν εὐλογία ἀπὸ τὸν Ἐξομολόγο, τὸν Πνευματικό τους καὶ ρυθμίζουν τὸ ζήτημα.
Ἡ νηστεία εἶναι παθοκτόνος καὶ ὄχι σωματοκτόνος.
Ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς λέγεται «Καθαρὰ Δευτέρα», καθὼς καὶ ὅλη ἡ πρώτη ἑβδομάδα «Καθαρὰ Ἑβδομάς», ἐπειδὴ οἱ πιστοὶ «καθαίρονται διὰ τῆς νηστείας» (καὶ ὄχι γιατί κάνουν καθαριότητα σ᾿ ὅ,τι ἔμεινε ἀφάγωτο ἀπὸ τὴν προηγούμενη ἑβδομάδα! Ρυθμίζουν ὅσο γίνεται, φαγητὰ καὶ ποσότητες γιὰ νὰ μὴν πετιοῦνται).
Ἤδη «Τὸ Στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι...» μποροῦν νὰ εἰσέλθουν στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα, γιὰ νὰ λάβουν ἀμάραντο «στέφανον παρὰ τοῦ Παμβασιλέως Χριστοῦ...».
Ἡ ἡμέρα εἶναι γιὰ πολλοὺς ἀργία καὶ ὡς πρώτη ἡμέρα τῆς Τεσσαρακοστῆς ἐπιβάλλεται νὰ τὴν ἀρχίσουμε σωστὰ μὲ τὸν πρωινὸ ἐκκλησιασμό. Τὸ ἀπόγευμα παρακολουθοῦμε καὶ ἀπολαμβάνουμε τὸ πρῶτο Μέγα Ἀπόδειπνο.
Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
Δυστυχῶς σήμερα ἡ νηστεία ἔχει πολὺ παραμεριστεῖ. Ἐλάχιστοι μάλιστα δίδουν σημασία στὴν κανονικὴ νηστεία. Ἡ ἀξία της ὅμως, ὅπως τὴν τονίζει ὁ Μ. Βασίλειος, εἶναι πολὺ μεγάλη: «Ἡ νηστεία ἔχει ἡλικία ἴση μὲ τὴν ἀνθρωπότητα, διότι ἐνομοθετήθηκε στὸν Παράδεισο. Ἀπὸ τὸν καρπὸν τοῦ δένδρου... δὲν θὰ φάγετε εἶπεν ὁ Θεὸς στοὺς Πρωτοπλάστους. Καὶ ἐπειδὴ δὲν τηρήθηκε ἡ νηστεία αὐτή, ἐκδιωχθήκαμε ἀπὸ τὸν Παράδεισο... Ὁ Μωυσῆς μετὰ ἀπὸ νηστεία ἔλαβε τὶς πλάκες τοῦ Νόμου στὸ Σινᾶ. Ὁ Ἠσαῦ γιὰ λίγο φαγητὸ ἐπώλησε τὰ πρωτοτόκια στὸν Ἰακώβ. Ἡ νηστεία ἔκανε ἀκατανίκητο τὸν Σαμψών. Ἡ νηστεία γεννᾷ Προφῆτες, κάμνει ἰσχυρότερους τοὺς ἰσχυρούς, κάμνει σοφοὺς τοὺς νομοθέτες. Ἡ νηστεία ἁγιάζει τὸν ἀφιερωμένο στὸν Θεὸ καὶ καθιστᾷ τὸν ἱερέα ἱκανὸ νὰ προσφέρει θυσίαν. Ἡ νηστεία ἔσβησε τὴ δύναμη τοῦ πυρός, ἔφραξε στόματα λεόντων, ἀναβιβάζει τὴν προσευχὴ στὸν οὐρανό. Ἡ νηστεία εἶναι πρόοδος τῶν οἴκων, μητέρα τῆς ὑγείας, παιδαγωγὸς τῶν νέων, στολισμὸς τῶν πρεσβυτέρων... Τοῦ νηστεύοντος οἱ ὀφθαλμοὶ εἶναι ἤρεμοι, τὸ βάδισμα σεμνό, τὸ πρόσωπο σοβαρό, οἱ λόγοι του μετρημένοι, ἡ καρδία του καθαρά... Ἂν θέλεις νὰ κάνεις ἰσχυρὸ τὸ πνεῦμα σου, χαλιναγώγησε μὲ νηστεία τὴν σάρκα σου... Μὴν νομίσεις ὅτι ἡ νηστεία περιορίζεται στὶς τροφές. Πραγματικὴ νηστεία εἶναι ἡ νηστεία τῶν πέντε αἰσθήσεων. Τί τὸ ὄφελος νὰ νηστεύεις ἀπὸ τροφὲς καὶ νὰ εὑρίσκεσαι σὲ φιλονικίες ἢ διαμάχες μὲ τοὺς δικούς σου, νὰ κατατρώγεις τὸν ἀδελφόν σου μὲ τὴν γλῶσσα σου, νὰ βλέπεις ἄσεμνα θεάματα, νὰ ἀκούεις μουσικὴ ἢ πράγματα ποὺ σὲ βλάπτουν καὶ νὰ μεθᾷ ἡ ψυχή σου ὄχι μὲ οἶνο, ἀλλὰ μὲ θυμόν!...». Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀξία τῆς πραγματικῆς καὶ ἀληθινῆς νηστείας. Νηστεία καὶ ἀπὸ τὶς τροφές, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ πάθη.ΣΚΑΝΔΑΛΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
Τὸ θέμα τοῦ σκανδαλισμοῦ εἶναι παρεξηγημένο. Λένε πολλοί: «Ἔφαγα κρέας ἢ πάστα παρ᾿ ὅλο ποὺ ἦταν Παρασκευὴ γιὰ νὰ μὴν τοὺς σκανδαλίσω»!!! Τὸ ὅτι πρέπει νὰ προσέχουμε τὸ σκανδαλισμὸ δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία καὶ πρέπει. Ἀλλὰ ὁ σκανδαλισμὸς ποὺ πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε καὶ νὰ προσέχουμε, εἶναι ὁ σκανδαλισμὸς ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν παράβαση τῶν Νόμων τοῦ Θεοῦ ἢ τῶν ἐντολῶν τῆς Ἐκκλησίας. Σκανδαλισμὸς ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν Νόμων τοῦ Θεοῦ, (ἂν πράγματι ὑπάρχει καὶ τοιοῦτος σκανδαλισμός), πρέπει νὰ μᾶς ἀφήνει τελείως ἀδιάφορους! Ἂν ὑπάρχουν, (καὶ βεβαίως ὑπάρχουν), ἄνθρωποι ποὺ σκανδαλίζονται διότι βλασφημοῦμε, ψευδόμεθα ἢ δὲν τηροῦμε (καταλύομε) τὶς νηστεῖες κ.λπ., τότε ἡ ἐνοχή μας εἶναι διπλή: Καὶ ἐμεῖς ἁμαρτάνουμε καὶ τοὺς ἀδελφούς μας σκανδαλίζουμε. Ἀλλὰ ἂν ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού... σκανδαλίζονται(!), διότι ἡμεῖς προσευχόμαστε, κοινωνοῦμε, τηροῦμε τὶς νηστεῖες κ.λπ., ἂς σκανδαλίζονται καὶ ἂς λέγουν ὅ,τι θέλουν! Πρέπει νὰ ἐννοήσουμε ὅτι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ἐπίδειξη καὶ ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ὁμολογία. Μπρὸς λοιπὸν στὰ πασχαλινὰ φαγητά, ὁ Χριστιανός, τὴν ἡμέρα της νηστείας, χωρὶς φαρισαϊσμοὺς καὶ καυχησιολογίες ἀρνεῖται νὰ φάγει. Ἔτσι ἀποδεικνύεται συνεπὴς στὶς ἀρχές του, ὁμολογητὴς τῆς πίστεώς του καὶ πειθαρχικὸ παιδὶ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐὰν φάγει, ἐμπράκτως διδάσκει καὶ τοὺς ἄλλους νὰ πράττουν τὸ ἴδιο, χωρὶς μάλιστα τύψεις, ἀφοῦ κι᾿ αὐτὸς ποὺ θρησκεύει, τρώει...ΤΑΞΗ ΤΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
Στὴν περίοδο αὐτὴ πραγματοποιοῦνται πολλὲς καὶ σημαντικὲς ἀλλαγές. Δηλ. στὶς πέντε νηστήσιμες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας, (Δευτέρα ἕως Παρασκευή), δὲν ἐφαρμόζεται τὸ καθιερωμένο τυπικό: Τὸ πρωὶ ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ καὶ Ὄρθρου μὲ ἢ χωρὶς Θεία Λειτουργία καὶ τὸ ἀπόγευμα ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ.Αἰτία τῶν ἀλλαγῶν εἶναι οἱ νέες ἀκολουθίες ποὺ προστίθενται στὴν περίοδο αὐτή: Ἡ Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, ποὺ συνήθως τελεῖται Τετάρτη καὶ Παρασκευή, οἱ Χαιρετισμοὶ καὶ τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο. Ἔτσι παρουσιάζονται οἱ ἀκόλουθες περιπτώσεις:
α. Τὸ πρωὶ τῆς Δευτέρας, Τρίτης καὶ Πέμπτης τελοῦνται:
(1) Μεσονυκτικὸ καὶ Ὄρθρος,
(2) Οἱ Ὧρες (Α´, Γ´, ΣΤ´ καὶ Θ´),
(3) Ὁ Ἑσπερινὸς τοῦ ἀπογεύματος (στὸν ὁποῖο, φυσικά, τιμᾶται ὁ Ἅγιος τῆς ἑπόμενης ἡμέρας).
β. Τὸ πρωὶ τῆς Τετάρτης καὶ Παρασκευῆς τελοῦνται ὅλα τ᾿ ἀνωτέρω καὶ στὸν Ἑσπερινὸ ἐπισυνάπτεται καὶ ἡ Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
γ. Ἐὰν ἡ Προηγιασμένη πρόκειται νὰ τελεσθεῖ τὸ ἀπόγευμα, τότε ἡ πρωινὴ ἀκολουθία ἀρχίζει κανονικά, σταματᾷ ὅμως στὴν ΣΤ´ Ὥρα καὶ γίνεται ἀπόλυση.
δ. Ἡ Προηγιασμένη τὸ ἀπόγευμα ἀρχίζει μὲ τὴν Θ´ Ὥρα, (κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὁποίας ὁ Λειτουργὸς «παίρνει καιρό», μὲ διαφορετικὸ τυπικὸ καὶ ἐνδύεται πλήρη στολή) καὶ μετὰ τὴν ἀπόλυση (τῆς Θ´ Ὥρας), συνεχίζει μὲ τὸ «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία...» ὁπότε ἀρχίζει ὁ Ἑσπερινός μὲ τὴν Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
ε. Τὸ ἀπόγευμα τῶν τεσσάρων πρώτων ἡμερῶν (Δεύτερα ἕως Πέμπτη), στὴ θέση τοῦ Ἑσπερινοῦ τελεῖται τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο.
στ. Ἐὰν τὸ ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης τελεσθεῖ ἡ Προηγιασμένη, τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο τελεῖται συνήθως μετὰ τὴ Θ. Λειτουργία (τῶν Προηγιασμένων Δώρων).
ζ. Τὸ ἑσπέρας τῆς Παρασκευῆς τῶν πέντε πρώτων ἑβδομάδων, τελεῖται στοὺς Ναοὺς ἀκόμη μία νέα Ἀκολουθία: ἡ προσφιλὴς στὸ λαό μας ἀκολουθία, τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Παναγίας («Ἄγγελος πρωτοστάτης...» - «Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε») στὸ μέσο του Μικροῦ Ἀποδείπνου, κάθε φορὰ μὲ μία «Στάση», καὶ τὴν πέμπτη ἑβδομάδα ὅλες οἱ Στάσεις μαζὶ - ὁλόκληρος ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος.
Τὸ πλῆθος αὐτὸ τῶν Ἀκολουθιῶν ἐναρμονίζεται μὲ τὸ Ὀρθόδοξο λατρευτικὸ πνεῦμα ποὺ θέλει τὸν πιστὸ ἑπτάκις τῆς ἡμέρας νὰ αἰνεῖ τὸν Θεὸ (Ψαλμ. ριη´, 164), ἀλλὰ ἔρχεται στὴν καθημερινὴ πράξη καὶ ζωὴ σ᾿ ἀντίθεση μὲ τὸ σύγχρονο πνεῦμα τοῦ κόσμου, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ὄχι μόνο δὲν ἔχει ἐλεύθερο χρόνο, ἀλλ᾿ οὔτε καὶ τὴν ἀνάλογη διάθεση... Ὑπάρχει δυστυχῶς μεγάλη ἐκκοσμίκευση καὶ σύγχυση στὸ μυαλό του.
Ἡ Ἐκκλησία πάντως τὴν περίοδο αὐτή, γνωρίζοντας τὴν κατάσταση τοῦ ἄνθρωπου, τὸν βοηθᾷ νὰ βρεῖ τὸ δρόμο του προσφέροντάς του τὴ λύση τῆς συχνότερης συμμετοχῆς του στὴ λατρευτικὴ ζωή. Ὅποτε εὐκαιρεῖ καὶ μπορεῖ νὰ ἐξοικονομεῖ κάποιο χρόνο, νὰ τὸν διαθέτει στὸν Θεὸ καὶ νὰ παρακολουθεῖ κάποια ἀπὸ τὶς πολλὲς Ἀκολουθίες. Ἔτσι καὶ ὁ χρόνος θ᾿ ἀξιοποιεῖται καλύτερα καὶ οἱ εὐλογίες τοῦ Θεοῦ θ᾿ αὐξάνουν στοὺς πιστοὺς ποὺ θὰ κάνουν τέτοιες θυσίες...
ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ
Κάθε ἀπόγευμα τῶν ἡμερῶν Δευτέρας, Τρίτης, Τετάρτης καὶ Πέμπτης, ὁλόκληρης τῆς Τεσσαρακοστῆς μέχρι Μεγ. Τρίτη, τελεῖται στοὺς Ἱ. Ναοὺς (ἢ στὸ σπίτι μας, ἐὰν δὲ μεταβοῦμε στὸ Ναό), ἡ Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου.Τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας τελεῖται τὸ Μικρὸ Ἀπόδειπνο (καὶ ὁλόκληρο τὸ χρόνο, πλὴν τῆς Διακαινήσιμης ἑβδομάδας): Τὴν Παρασκευή, τελεῖται μαζί μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας, ἐνῷ Σάββατο καὶ Κυριακὴ τὸ διαβάζουμε σπίτι μόνοι μας.
Λέγεται Ἀπόδειπνο, διότι εἶναι ἀκολουθία ποὺ γίνεται (κανονικά) μετὰ τὸ δεῖπνο, δηλ. εἶναι ἡ βραδινὴ προσευχὴ τοῦ Χριστιανοῦ καὶ Μέγα, λόγῳ τῆς ἐκτάσεώς του καὶ γιὰ νὰ διακρίνεται ἀπὸ τὸ Μικρὸ Ἀπόδειπνο.
Περιέχει (1) Ψαλμοὺς ποὺ διαβάζονται, (2) ὡραιότατα καὶ ποικίλα μικρὰ τροπάρια ποὺ ψάλλονται καὶ (3) εὐχὲς ποὺ ἀναγινώσκει ὁ ἱερέας. Εἶναι μία ὡραιότατη Ἀκολουθία ποὺ περιέχει καὶ τὸ γνωστότατο τροπάριο: «Κύριε τῶν Δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ· ἄλλον γὰρ ἐκτός σου βοηθὸν ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν, Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς».
Πρὸ τοῦ τέλους ἀναγινώσκεται ἡ εὐχὴ τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ: «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου...» .
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ
Τὴν καθαρὰ Τετάρτη καὶ συνήθως κάθε Τετάρτη καὶ Παρασκευή, μόνο στὴ Μεγ. Τεσσαρακοστή, τελεῖται στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο:Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει σὲ χρήση τρεῖς Θεῖες Λειτουργίες κατὰ τὶς ὁποίες γίνεται θυσία. Τὴ Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ Ἁγίου Βασιλείου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου. Ἡ τρίτη γίνεται μία φορὰ τὸ χρόνο, τὴν ἡμέρα της ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου, τὴν 23η Ὀκτωβρίου. Τοῦ Ἁγ. Βασιλείου γίνεται δέκα φορές: Τὴν ἡμέρα της ἑορτῆς του (1η Ἰανουαρίου), τὶς παραμονὲς Χριστουγέννων, Φώτων καὶ Πάσχα, τὶς πέντε πρῶτες Κυριακὲς τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς καὶ τὴ Μεγ. Πέμπτη. Τὶς ἄλλες ἡμέρες τοῦ ἔτους τελεῖται ἡ Θ. Λειτουργία τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου.
Ὅλες ὅμως αὐτὲς οἱ Λειτουργίες ἔχουν πανηγυρικὸ καὶ χαρμόσυνο χαρακτῆρα. Ἐπειδὴ ἡ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ εἶναι πένθιμη περίοδος, ἡ Ἐκκλησία μας ὅρισε οἱ Λειτουργίες αὐτὲς νὰ τελοῦνται μόνο τὰ Σάββατα καὶ τὶς Κυριακὲς τῆς Μ. Σαρακοστῆς. Τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας δὲ γίνεται Θ. Λειτουργία.
Οἱ Χριστιανοὶ ὅμως τοὺς πρώτους αἰῶνες εἶχαν τὴ συνήθεια νὰ μεταλαμβάνουν τέσσερις καὶ πέντε φορὲς τὴν ἑβδομάδα, διότι ἐγνώριζαν ὅτι δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ζοῦν «ἐν Χριστῷ» ἄνευ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὁ ἴδιος εἶπε ὅτι εἶναι «βρῶσις καὶ πόσις». «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. στ´ 54). Τότε, βέβαια, τὰ δισκοπότηρα μπορεῖ νὰ ἦταν «ξύλινα», ἀλλὰ οἱ Χριστιανοὶ ἦταν «χρυσοί», μὲ ἁγία ζωή. Σήμερα, παρότι, πολλὲς φορές, συμβαίνει τὸ ἀντίθετο, οἱ Χριστιανοὶ μποροῦν καὶ πρέπει νὰ κοινωνοῦν τακτικότερα, πάντοτε μὲ ἄδεια τοῦ Πνευματικοῦ τους, προσέχοντας πολὺ τὴ ζωή τους.
Γιὰ νὰ λυθεῖ λοιπὸν τὸ πρόβλημα τῆς συχνῆς Θ. Κοινωνίας, ἡ Ἐκκλησία καθόρισε νὰ τελεῖται μόνο τὴ Μεγ. Τεσσαρακοστὴ ἡ κατανυκτικὴ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων. Σ᾿ αὐτὴ δὲ γίνεται πλήρης Θ. Λειτουργία, διότι ὁ Ἄρτος ποὺ θὰ χρησιμοποιηθεῖ καθαγιάζεται τὴν προηγούμενη Κυριακή, ἐμποτίζεται στὸ Ἅγιο Αἷμα τοῦ Κυρίου μας, φυλάσσεται στὸ Ἅγιο Ἀρτοφόριο τῆς Ἁγίας Τραπέζης καὶ προσφέρεται γιὰ Κοινωνία τὴν ἡμέρα ποὺ τελεῖται ἡ Προηγιασμένη Θ. Λειτουργία.
Ἡ Λειτουργία αὐτὴ εἶναι, κανονικά, ἑσπερινή, γι᾿ αὐτὸ εἶναι συνυφασμένη μὲ Ἑσπερινὸ καὶ οἱ Χριστιανοί, μέχρις ὅτου κοινωνήσουν, μένουν ἄσιτοι, δηλ. νηστικοὶ (οὔτε νερό, οὔτε τσιγάρο), ἀπὸ τὰ μεσάνυκτα μέχρι τὴν ὥρα τῆς Θ. Κοινωνίας. Ὅσοι δὲν μποροῦν νὰ κρατήσουν, πηγαίνουν στοὺς Ναούς, ποὺ τελοῦν τὴν Προηγιασμένη Λειτουργία πρωί, πρὸς διευκόλυνση τῶν πιστῶν, ἢ κοινωνοῦν Σάββατο ἢ Κυριακή.
Χαρακτηριστικὰ τῆς Προηγιασμένης Λειτουργίας:
α. Προηγεῖται τῆς Προηγιασμένης, ἡ ἀκολουθία τῆς Θ´ Ὥρας.
β. Μὲ τὸ «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός...» ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία, στὴν ἀρχὴ τῆς ὁποίας ἐπισυνάπτεται ὁ Ἑσπερινός της ἑπόμενης ἡμέρας.
γ. Ὅταν ἀναγιγνώσκονται τὰ «Πρὸς Κύριον...» (Ψαλτήρι σὲ τρεῖς Στάσεις), συνήθως στὸ τέλος ἀκούγονται ἀπὸ τὸ ἱερὸ ἦχοι θυμιατοῦ, (ἡ Ὡραῖα Πύλη εἶναι κλειστή). Αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὁ ἱερέας μεταφέρει τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα, ὅπου φυλάχθηκε ἀπὸ τὴν Κυριακή, στὴν Ἱερὰ Πρόθεση καὶ γι᾿ αὐτὸ οἱ πιστοὶ πρέπει νὰ σηκώνονται καὶ νὰ παρακολουθοῦν νοερὰ καὶ λογικὰ τὰ τελούμενα.
δ. Στὴ Μεγάλη Εἴσοδο (ποὺ γίνεται ἀπὸ τὸ συντομότερο δρόμο), ἐπειδὴ ὁ ἱερέας μεταφέρει τὸ προηγιασμένο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας - τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ - οἱ Χριστιανοὶ γονατίζουν λατρευτικῶς (πέφτουν μπρούμυτα), ἐπαναλαμβάνοντας μυστικῶς τό: «Δι᾿ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν...».
ε. Στὸ τέλος, ἀναγιγνώσκονται οἱ δυὸ Ψαλμοί: «Εὐλογήσω τὸν Κύριον...» (ὁ 33ος) καὶ «Ὑψώσω σε ὁ Θεός μου...» (ὁ 144ος), κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ὁποίων ὁ ἱερέας μοιράζει τὸ ἀντίδωρο καὶ μετὰ τελειώνει ἡ Λειτουργία, μὲ τὸ «Δι᾿ εὐχῶν...».
στ. Τὸ ἀντίδωρο αὐτὸ εἶναι τὸ πρόσφορο ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὁ ἱερεὺς τὴν Κυριακὴ ἔβγαλε τὸν Ἀμνό. Πολλοὶ αὐτὸ τὸ λένε «Παναγία» (ἐπειδὴ ἀπὸ τὰ σπλάγχνα της βγῆκε ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτὸ τὸ ἀντίδωρο στὶς Προηγιασμένες εἶναι συνήθως μικρὸ τεμάχιο, (ἐκτὸς ἐὰν εὐλογηθοῦν ἀπὸ τὴν Κυριακὴ περισσότερα πρόσφορα).
ζ. Στὶς Προηγιασμένες Θεῖες Λειτουργίες δὲ μνημονεύονται ὀνόματα ζώντων καὶ τεθνεώτων, οὔτε στὴν Ἱερὰ Πρόθεση, οὔτε στὴ Θεία Λειτουργία.
η. Στὴ Λειτουργία αὐτὴ ἐπίσης δὲν τελοῦνται μνημόσυνα. Μποροῦν νὰ γίνουν μετὰ τὸ «Δι᾿ εὐχῶν...» τρισάγια.
Μ᾿ αὐτὸ τὸν ὡραῖο καὶ σοφὸ τρόπο καὶ διατηρώντας τὸν κατανυκτικὸ χαρακτῆρα τῆς περιόδου, ἔλυσε ἡ Ἐκκλησία μας τὸ πρόβλημα τῆς συχνῆς Θείας Κοινωνίας καὶ ἤδη οἱ πιστοὶ ἐκτιμώντας καὶ «ἐκμεταλλευόμενοι» αὐτὴ τὴν πνευματικὴ εὐκαιρία, κατακλύζουν τοὺς Ναούς, Τετάρτη καὶ Παρασκευή, μεταλαμβάνοντας τῶν Προηγιασμένων αὐτῶν Θείων Δώρων.
ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΑΓΙΩΝ ΣΤΗ ΜΕΓ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ ἡ Θ. Λειτουργία ποὺ πάντοτε συνοδεύει τὴν ἑορτή τους, ἔχει ἑορταστικό, πανηγυρικὸ καὶ καταλυτικὸ τῆς νηστείας χαρακτῆρα. Αὐτὸ δὲ συμφωνεῖ μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὁποίας, λόγῳ νηστείας, ἀσκήσεως καὶ κατανύξεως, δὲν τελοῦνται οἱ καθιερωμένες Θεῖες Λειτουργίες (ἀπὸ Δευτέρας μέχρι Παρασκευῆς).Γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο παρουσιάζονται οἱ ἑξῆς περιπτώσεις ἑορτασμοῦ Ἁγίων:
α. Διαπρεπεῖς Ἅγιοι ποὺ κοιμήθηκαν σ᾿ αὐτὴ τὴν περίοδο, δὲν ἑορτάζονται στὴ μνήμη τους καὶ ὁ ἑορτασμός τους μετατέθηκε μέσα στὴν Τεσσαρακοστή, σὲ ἡμέρα Κυριακῆς, κατὰ τὴν ὁποία τελεῖται Θ. Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Βασιλείου ὅπως τῶν Ἁγίων Ἰωάννου τῆς Κλίμακας (30 Μαρτίου) καὶ Μαρίας τῆς Αἰγύπτιας (1 Ἀπριλίου), ποὺ ἑορτάζονται στὴν Δ´ καὶ Ε´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν (ἀντίστοιχα).
β. Ἄλλων διαπρεπῶν Ἁγίων ἡ μνήμη τους μετατέθηκε ἐκτὸς Τεσσαρακοστῆς, ὅπως εἶναι ἡ ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (23 Ἀπριλίου) καὶ τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τοῦ νέου θεολόγου (12 Μαρτίου) ποὺ ἑορτάζονται τὴ 2η ἡμέρα τοῦ Πάσχα καὶ τὴ 12η Ὀκτωβρίου ἀντίστοιχα, τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς τῆς Σαμαρείτιδας (26 Φεβρουαρίου), ποὺ ἑορτάζεται τὴν Ε´ Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος (συμπίπτει μὲ τὴν πρώτη ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν, 40 ἡμέρες πρὸ τοῦ Πάσχα), ποὺ ἑορτάζεται τὴν 6η Αὐγούστου κ.λπ.
γ. Ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ δὲ μετατίθεται, ἀλλὰ πανηγυρίζεται μὲ Θ. Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου, ὅποια ἡμέρα κι᾿ ἂν συμπέσει. Καὶ αὐτὸ γιατί ἡ σύλληψη τοῦ Κυρίου, ποὺ ἔγινε στὶς 25 Μαρτίου, πρέπει νὰ ἑορτάζεται ἐννέα μῆνες ἀκριβῶς ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Γεννήσεώς Του (25 Δεκεμβρίου).
δ. Οἱ ἑορτὲς τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους (10 Φεβρουαρίου), τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τῶν Στρατιωτῶν (9 Μαρτίου) καὶ ἡ α´ καὶ β´ εὕρεση τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (24 Φεβρουαρίου), δὲν μετατίθενται ἐπίσης. Ἐὰν συμπέσουν μὲ ὁποιαδήποτε καθημερινὴ ἡμέρα (νηστείας), τελεῖται ἡ Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, ἐὰν συμπέσουν μὲ Σάββατο, πανηγυρίζονται κανονικὰ καὶ ψάλλεται πλήρης ἡ ἀκολουθία τους ἀπὸ τὸ Μηναῖο, ἐνῷ ἐὰν συμπέσουν μὲ Κυριακὴ ἡ ἀκολουθία τους συμψάλλεται (μερικῶς) μετὰ τῶν Ἀναστάσιμων καὶ τῶν τοῦ Τριωδίου.
Γενικά, σὲ κάθε ἑορτὴ Ἁγίου ποὺ θέλουμε νὰ τὸν ἑορτάσουμε σὲ ἡμέρα καθημερινή, μέσα στὴ Μεγ. Τεσσαρακοστή:
α. Στὸν Ὄρθρο διαβάζουμε Εὐαγγέλιο τοῦ Ἁγίου.
β. Ψάλλουμε μεγάλη Δοξολογία.
γ. Στὴν Προηγιασμένη ψάλλουμε κεκραγάρια τοῦ Ἁγίου σὺν τὰ τοῦ Τριωδίου.
δ. Τὸ Δοξαστικὸ εἶναι τοῦ Ἁγίου.
ε. Ἡ εἴσοδος γίνεται μὲ Εὐαγγέλιο.
στ. Μετὰ τὸ «Κατευθυνθήτω...» διαβάζουμε Ἀπόστολο καὶ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἁγίου καὶ στὸ τέλος
ζ. Ψάλλουμε τὸ κοινωνικὸ τοῦ Ἁγίου.
Στὶς Τετάρτες καὶ Παρασκευὲς τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς ποὺ τελεῖται Προηγιασμένη, ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τοῦ «μὴ ἑορταζομένου» Ἁγίου ποὺ συμπίπτει μ᾿ αὐτὴ τὴν ἡμέρα, ψάλλουμε ὁρισμένα τροπάρια τοῦ Ἁγίου, ἀκολουθεῖται ὅμως κυρίως ἡ σειρὰ ποὺ καθορίζεται στὸ Τριώδιο, χωρὶς ἀνάγνωση Εὐαγγελίου.
ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΗΣ «ΚΑΘΑΡΑΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ»
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία μας θυμᾶται καὶ ἑορτάζει τὸ διὰ τῶν κολλύβων θαῦμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος, ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης σκέφθηκε νὰ μολύνει τοὺς Χριστιανοὺς τὴν «Καθαρὰ Ἑβδομάδα» προσφέροντάς τους στὴν ἀγορὰ τῆς Κων/πόλεως μόνο μὴ νηστήσιμα φαγητὰ καὶ ἐπὶ πλέον εἰδωλόθυτα (1).Τὶς προθέσεις αὐτὲς τοῦ Ἰουλιανοῦ τὶς ἀπεκάλυψε ὁ Ἅγιος Θεόδωρος στὸν Πατριάρχη Εὐδόξιο, παρουσιασθεὶς στὸν ὕπνο του. Καὶ αὐτός, πρὸς ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος, διέταξε ἐγκαίρως νὰ κάνουν κόλλυβα μὲ πολὺ σιτάρι, ὥστε μ᾿ αὐτὰ νὰ τραφοῦν οἱ Χριστιανοί.
Ἀπὸ παρεξήγηση αὐτῆς τῆς ἑορτῆς, πολλοὶ Χριστιανοὶ θεωροῦν τὸ Σάββατο αὐτὸ σὰν Ψυχοσάββατο καὶ πηγαίνουν στοὺς Ναοὺς κόλλυβα γιὰ τοὺς κεκοιμημένους τους. Ἡ συνήθεια αὐτὴ ὠφελεῖ τοὺς κοιμηθέντας, ἀλλὰ ἐμεῖς ἐξηγήσαμε ὅτι δυὸ εἶναι τὰ Ψυχοσάββατα (παραμονὴ Ἀπόκρεω καὶ Πεντηκοστῆς). Ἑπομένως μποροῦμε νὰ θυμόμαστε τὸ θαῦμα κάνοντας κόλλυβα πρὸς δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Μάρτυρά Του (κόλλυβα Ἁγίου) καὶ μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτή, νὰ κάνουμε κόλλυβα καὶ ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων μας.
ΠΡΩΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ Ἢ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ἡ πρώτη Κυριακὴ τῆς Σαρακοστῆς λέγεται καὶ Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπειδὴ αὐτὴ τὴν ἡμέρα ἑορτάζουμε τὴν ἀναστήλωση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων καὶ τὸ θρίαμβο τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας κατὰ τῆς αἱρέσεως τῶν Εἰκονομάχων αὐτῶν δηλ. ποὺ δὲ δέχονταν νὰ τιμοῦν τὶς Ἅγιες Εἰκόνες καὶ ὀνόμαζαν τὴν τιμὴ αὐτὴ εἰδωλολατρία.Περισσότερα ἀπὸ 100 χρόνια κράτησε ὁ «πόλεμος» αὐτός, τὸν ὁποῖο σταμάτησε ἡ αὐτοκράτειρα Θεοδώρα καὶ ὁ γιός της Μιχαήλ, ἀναστηλώνοντας τὶς εἰκόνες ἐντὸς τῶν Ναῶν.
Τὴν ἀνάμνηση αὐτῆς τῆς ἀναστηλώσεως, μὲ λιτανεῖες τῶν Εἰκόνων, ἑορτάζουμε τὴν ἡμέρα αὐτή, διότι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι τιμοῦμε καὶ δοξάζουμε τοὺς Ἁγίους, τοὺς Ἀγγέλους καὶ περισσότερο πάντων τὴν Παναγία μας, ἀλλὰ ΜΟΝΟ ΣΤΟΝ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ προσφέρουμε ΛΑΤΡΕΙΑ: Τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἄλλο λατρεία καὶ ἄλλο τιμὴ καὶ σεβασμός, ὁ ὁποῖος δὲν ἀπευθύνεται στὴν εἰκόνα, ἀλλὰ «διαβαίνει ἐπὶ τὸ Πρωτότυπον».
(1) Εἰδωλόθυτο λεγόταν τὸ κρέας ποὺ ἀπέμενε ἀπὸ τὰ θυσιαζόμενα ἀτοὺς θεοὺς ζῷα καὶ τὸ ὁποῖο οἱ εἰδωλολάτρες διέθεταν στὴν ἀγορὰ πρὸς πώληση - βρώση. Τὰ εἰδωλόθυτα ἀποτελοῦν τὸ κύριο θέμα τῶν κεφαλαίων η´, θ´ καὶ ι´ τῆς α´ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
ΠΕΡΙ ΕΙΚΟΝΩΝ: ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ
Κανεὶς ἄνθρωπος δὲν εἶδε οὔτε μπορεῖ νὰ δεῖ τὸν Θεὸ Πατέρα· γίνεται γνωστὸς μόνο μέσα ἀπὸ τὶς εἰκόνες Του καὶ ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν κατ᾿ ἐξοχὴν εἰκόνα Του, τὸν Υἱό του, «ὃς ἐστὶν εἰκὼν τοῦ Θεοῦ» (Β´ Κορ. δ´, 4). Ἡ προσκύνηση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων εἶναι δόγμα τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ διακηρύχθηκε τὸ 787 στὴν Ζ´ Οἰκ. Σύνοδο (νίκη κατὰ τῆς Εἰκονομαχίας). Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δίδει μεγάλη σημασία στὴν Εἰκόνα, διότι μία Εἰκόνα δὲν εἶναι ἁπλῶς μία παράσταση ἢ ἕνας ζωγραφικὸς πίνακας. Μία Εἰκόνα εἶναι τιμητικὸ ἀντικείμενο, ἀναπόσπαστο μέρος τῆς Λειτουργίας καὶ μία ἑστία πραγματικῆς παρουσίας. Μία παρουσία ὅμως ὄχι μὲ τὴν ἔννοια μὲ τὴν ὁποία τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασί, (μετὰ τὸν καθαγιασμό), εἶναι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Μία Εἰκόνα π.χ. τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶναι μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια ὁ Χριστός, ἀλλὰ ὑπάρχει ἕνας μυστηριακὸς (μυστικός) σύνδεσμος μεταξὺ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἁγίας Εἰκόνας Του. Μὲ τὴ δύναμη τῆς θείας Χάρης, μία Εἰκόνα συμμετέχει σὲ κάτι τὸ ὁποῖο μπορεῖ κάλλιστα νὰ προσδιοριστεῖ μὲ τὶς λέξεις τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, «ὡς αἱ ἐνέργειαι τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἡ ἐνεργὸς δύναμις τοῦ Θεοῦ, ἐργαζομένη διὰ τὴν σωτηρία μας».Γι᾿ αὐτὸ ἡ ἁγιογράφηση μιᾶς Εἰκόνας θεωρεῖται πράξη ἱεροτελεστίας. Τὸ ξύλο διαλέγεται καὶ εὐλογεῖται, τὰ χρώματα εὐλογοῦνται, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ ἁγιογραφήσει προετοιμάζεται μὲ νηστεία, μὲ ἐξομολόγηση καὶ Θεία Κοινωνία. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐργασίας του τηρεῖ ὁρισμένους ἀσκητικοὺς κανόνες: ἐμβάθυνση στὸ βίο τοῦ Ἁγίου, προσευχή, σιωπή, ἐγκράτεια κ.λπ. Ἔτσι μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ εἰκόνα γίνεται κάτι περισσότερο ἀπὸ ζωγραφική. Εἶναι φορτισμένη καὶ ἐμποτισμένη μὲ τὴ θεία Χάρη, ἀλλὰ καὶ συνδεδεμένη μὲ τὸ συγκεκριμένο Ἅγιο ποὺ παριστάνει.
Κανονικά, μόνο μ᾿ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις καὶ «προδιαγραφές» μπορεῖ κανεὶς νὰ ἁγιογραφεῖ. Διαφορετικά, δὲν ἔχει «δικαίωμα»! Διότι δυστυχῶς ἔχουμε φθάσει στὸ σημεῖο νὰ ἁγιογραφοῦν, (διάβαζε ζωγραφίζουν), εἰκόνες γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους, ἄνθρωποι ἄπιστοι ἢ καὶ ἀντίχριστοι, ἐκμεταλλευτὲς τῆς πίστεως τῶν Χριστιανῶν. Καὶ οἱ Χριστιανοὶ δυστυχῶς συμβιβάζονται μ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση! Διότι εἶναι ἀδιανόητο αὐτὸ ποὺ συμβαίνει μερικὲς φορές: νὰ κατασκευάζουν π.χ. τὸ Ἅγιο Ποτήριο στὸ ἐργαστήριο τῆς ἐπιχειρήσεως μὲ σόρτς, καπνίζοντας, ἀκούγοντας στὸ ραδιόφωνο ποδόσφαιρο καὶ κατὰ διαστήματα βλασφημώντας, διότι ὁ διαιτητὴς ἀδικεῖ τὴν ὁμάδα τους!!!
Χάρη τοῦ λατρευτικοῦ ἤθους καὶ τοῦ Ὀρθόδοξου τρόπου προσεγγίσεως τοῦ θέματος, πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅτι οἱ ἱερὲς Εἰκόνες ἁγιογραφοῦνται ἀπὸ ἁγιογράφους ποὺ πιστεύουν, ποὺ γνωρίζουν τὴν ἀποστολή τους καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ τηροῦν τὶς προϋποθέσεις καὶ τοὺς περιορισμοὺς ποὺ ἐπιβάλλονται ἢ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν τέχνη αὐτή. Εἴθε κάποτε:
α. Νὰ μάθουμε ὅλοι μας ποῦ θὰ δίνουμε τὶς παραγγελίες μας γιὰ τὴν ἁγιογράφηση τῆς βυζαντινῆς Εἰκόνας ποὺ ἐπιθυμοῦμε νὰ ἀποκτήσουμε.
β. Ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία νὰ ἐλέγξει καὶ νὰ ρυθμίσει τὸ θέμα αὐτό, ὅπως ἐλέγχει καὶ τὸ λειτούργημα τῆς Ἱερωσύνης, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ ὁ ὁποιοσδήποτε νὰ προσέρχεται σ᾿ αὐτὸ τὸ «ἐπάγγελμα».
Εἶναι καλὸ νὰ χρησιμοποιεῖ κανεὶς μόνο Βυζαντινοῦ τύπου εἰκόνες ἀπὸ πιστοὺς ἁγιογράφους. Αὐτὲς ἐναρμονίζονται μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Ὄρθοδοξης Ἐκκλησίας μας. Αὐτές, μὲ τὰ ἀναστάσιμα καὶ φωτόμορφα πρόσωπα τῶν Ἁγίων, μᾶς βοηθοῦν πνευματικὰ καὶ ἀναγωγικὰ μᾶς κατανύσσουν.
Ἡ Βυζαντινὴ ἁγιογραφία εἶναι τέχνη λειτουργικὴ καὶ μία τέτοια ἁγιογραφία βελτιώνει ἐπιτυχημένα καὶ ὑποβοηθεῖ τοὺς σκοποὺς καὶ τὰ ἀποτελέσματα ποὺ ἔχει ἡ λατρεία μας.
Οἱ Ἱερὲς Εἰκόνες ποὺ ἔχουν φιλοτεχνηθεῖ μὲ τὴν ἀναγεννησιακὴ δυτικὴ τεχνοτροπία, δὲ συμφωνοῦν μὲ τὸ ὀρθόδοξο κατανυκτικὸ καὶ ἀσκητικὸ πνεῦμα καὶ δὲν ἐκφράζουν πνευματικὰ τὴν ποιότητα τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Γι᾿ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ προτιμῶνται οὔτε γιὰ τοὺς Ἱ. Ναούς, οὔτε γιὰ τὰ εἰκονοστάσια μας, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἔργα τέχνης ἢ ἀριστουργήματα.
Ὁ λαός μας θεωρεῖ μερικὲς εἰκόνες θαυματουργές. Εἶναι δυνατὸν εἰκόνες νὰ κάνουν θαύματα;
Μερικοὶ ἀποδίδουν τὰ θαύματα αὐτὰ ὄχι στὶς εἰκόνες, ἀλλὰ στὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων ποὺ προσεύχονται μπροστά τους. Τὸ ὅτι ἡ πίστη θαυματουργεῖ δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Αὐτὸ ὅμως δὲ σημαίνει ὅτι μερικὲς εἰκόνες δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν αὐτὲς οἱ ἴδιες θαυματουργικὴ Χάρη. Αὐτὸ δὲν εἶναι καθόλου παράδοξο καὶ μᾶλλον φυσικὸ θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς πιστοὺς - οἱ ἄπιστοι ὅλα τὰ θεωροῦν παράδοξα καὶ ἀνύπαρκτα - γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο:
Τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στοὺς Μαθητές Του, βλέπουμε ὅτι δὲν περιορίζεται στοὺς ἴδιους τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ καὶ στὴ σκιά τους! Τὸ λέει καθαρὰ ἡ Ἁγία Γραφὴ (Πράξ. ε´, 12-15). Ἔφερναν τὰ φορεῖα τῶν ἀσθενῶν στὸ δρόμο ποὺ θὰ περνοῦσε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὥστε, ἔστω καὶ ἡ σκιά του νὰ πέσει ἐπάνω τους, γιὰ νὰ τοὺς θεραπεύσει! Ἀκόμη καὶ τὰ μανδήλια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ριπτόμενα στοὺς ἀσθενεῖς ἢ στοὺς δαιμονισμένους, τοὺς ἐθεράπευον! (Πράξ. ιθ´, 12). Καὶ ὅπως ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας, αὐτὸ ἦταν εὔνοια τοῦ Θεοῦ ὄχι πρὸς τὰ μανδήλια, ἀλλὰ πρὸς τοὺς Ἀποστόλους, τῶν ὁποίων ἡ θαυματουργική τους δύναμη ἔφθανε μέχρι τὴ σκιὰ ἢ τὰ μανδήλια τους.
Ἐὰν λοιπὸν ὁ ἁγιογράφος ἦταν ἅγιος ἄνθρωπος, γιατί τὰ ἔργα τῶν χειρῶν του μὲ τὴ χάρη καὶ τοῦ εἰκονιζόμενου Ἁγίου Προσώπου νὰ μὴν ἔχουν θεία Εὐλογία καὶ χαρίσματα μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα; Ἑπομένως, εἶναι δυνατὸν εἰκόνες νὰ κάνουν θαύματα καὶ ὑπάρχουν τέτοιες θαυματουργὲς εἰκόνες.