2 6

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Στῦλος γέγονας Ὀρθοδοξίας, θείοις δόγμασιν ὑποστηρίζων τὴν Ἐκκλησίαν, ἱεράρχα Ἀθανάσιε, τῷ γὰρ Πατρὶ τὸν Υἱὸν ὁμοούσιον, ἀνακηρύξας κατήσχυνας Ἄρειον. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ

Ως θείος Αρχάγγελος, των νοερών στρατιών, Τριάδος την έλλαμψιν, καθυποδέχη λαμπρώς, Γαβριήλ Αρχιστράτηγε· όθεν εκ πάσης βλάβης, και παντοίας ανάγκης, σώζε απαρατρώτους, τους πιστώς σε τιμώντας, και πόθω ανευφημούντας, τα σα θαυμάσια

Το Ευαγγέλιο και το Αποστολικό Ανάγνωσμα της Κυριακής


Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο

Κεφ. 16, χωρία 19 έως 31.


Ο πλοσιος κα  φτωχς Λζαρος

 «19 Ανθρωπος δ τις ν πλοσιος, κα νεδιδσκετο πορφραν κα βσσον εφραινμενος καθ᾿ μραν λαμπρς. 20 πτωχς δ τις ν νματι Λζαρος, ς ββλητο πρς τν πυλνα ατο λκωμνος 21 κα πιθυμν χορτασθναι π τν ψιχων τν πιπτντων π τς τραπζης το πλουσου· λλ κα ο κνες ρχμενοι πλειχον τ λκη ατο. 22 γνετο δ ποθανεν τν πτωχν κα πενεχθναι ατν π τν γγλων ες τν κλπον ᾿Αβραμ· πθανε δ κα  πλοσιος κα τφη. 23 κα ν τ δ πρας τος φθαλμος ατο, πρχων ν βασνοις, ρ τν ᾿Αβραμ π μακρθεν κα Λζαρον ν τος κλποις ατο. 24 κα ατς φωνσας επε· πτερ ᾿Αβραμ, λησν με κα πμψον Λζαρον να βψ τ κρον το δακτλου ατο δατος κα καταψξ τν γλσσν μου, τι δυνμαι ν τ φλογ τατ. 25 επε δ ᾿Αβραμ· τκνον, μνσθητι τι πλαβες σ τ γαθ σου ν τ ζω σου, κα Λζαρος μοως τ κακ· νν δ δε παρακαλεται, σ δ δυνσαι· 26 κα π πσι τοτοις μεταξ μν κα μν χσμα μγα στρικται, πως ο θλοντες διαβναι νθεν πρς μς μ δνωνται, μηδ ο κεθεν πρς μς διαπερσιν. 27 επε δ· ρωτ ον σε, πτερ, να πμψς ατν ες τν οκον το πατρς μου· 28 χω γρ πντε δελφος· πως διαμαρτρηται ατος, να μ κα ατο λθωσιν ες τν τπον τοτον τς βασνου. 29 λγει ατ ᾿Αβραμ· χουσι Μωϋσα κα τος προφτας· κουστωσαν ατν. 30 δ επεν· οχ, πτερ ᾿Αβραμ, λλ᾿ ἐάν τις π νεκρν πορευθ πρς ατος, μετανοσουσιν. 31 επε δ ατ· ε Μωϋσως κα τν προφητν οκ κοουσιν, οδ ἐάν τις κ νεκρν ναστ πεισθσονται.»
ΑΠΟΔΟΣΗ

Είπεν ο Κύριος· ήταν ένας άν­θρωπος πλούσιος καν ντυνόταν στα κόκκινα και στα βυσινιά και τρωγόπινε και καλοπερνούσε κάθε μέρα σε μεγάλη πολυτέλεια. Κι ήταν ένας φτωχός πού τον έλε­γαν Λάζαρο, ριγμένος έξω από τη θύρα του πλούσιου. Ήταν πληγιασμένος και προσπαθούσε να χορ­τάσει από τα ψίχουλα πού έπε­φταν από το τραπέζι του πλού­σιου. Ήταν σε τέτοια εγκατάλει­ψη, ώστε και τα σκυλιά ακόμα έρ­χονταν καν έγλειφαν τις πληγές του. Κι έγινε και πέθανε ο φτωχός και μεταφέρθηκε από τους αγγέ­λους στις αγκάλες του Αβραάμ. Και πέθανε και ο πλούσιος και τον έθαψαν. Και στον Άδη, εκεί πού βασανιζόταν, σήκωσε τα μά­τια του και βλέπει τον Αβραάμ από μακριά και τον Λάζαρο στις αγκάλες του. Και φώναξε ο πλού­σιος και είπε' Πατέρα Αβραάμ, λυπήσου με και στείλε τον Λάζα­ρο να βουτήξει στην άκρη το δά­χτυλο του στο νερό και να δροσί­σει τη γλώσσα μου, γιατί καίγο­μαι και λυώνω σε τούτη τη φλόγα. Κι είπεν ο Αβραάμ· Παιδί μου, θυμήσου πώς εσύ χάρηκες τα καλά στη ζωή σου κι ο Λάζαρος πάλι τα κακά. Τώρα εκείνος εδώ χαίρεται και συ βασανίζεσαι· κι εκτός άπ' όλα αυτά μεταξύ μας ανοίγεται βαθύ φαράγγι, ώστε εκείνοι πού θέλουν να διαβούν από εδώ σε σας να μην μπορούν, μήτε άπ' εκεί σε μας να περνούν. Τότε ο πλούσιος είπε· σε παρακα­λώ λοιπόν, πατέρα, να στείλεις τον Λάζαρο στο σπίτι του πατέρα μου. Γιατί έχω πέντε αδέλφια· να πάει και να τους πει τι γίνεται εδώ, για να μην έρθουν κι αυτοί σε τούτη την κόλαση. Τότε του λέγει ο Αβραάμ· έχουν τον Μωϋσή και τους προφήτες· ας τους ακούσουν. Κι εκείνος είπε· όχι, πατέρα Αβραάμ· μόνο αν πάει κάποιος από τους νεκρούς σ' αυτούς, θα μετανοήσουν. Τότε του είπε ο Αβραάμ· αν δεν ακούν τον Μωϋ­σή και τους προφήτες, ούτε κι από τους νεκρούς αν κάποιος αναστη­θεί θα πεισθούν.

Από την προς Εφεσίους Επιστολή
του Αποστόλου Παύλου,
Κεφ. 2, χωρία 4 έως 10.

« Αδελφοί, 4 δ Θες πλοσιος ν ν λει, δι τν πολλν γπην ατο ν γπησεν μς, 5 κα ντας μς νεκρος τος παραπτμασι συνεζωοποησε τ Χριστ· χριτ στε σεσωσμνοι· 6 κα συνγειρε κα συνεκθισεν ν τος πουρανοις ν Χριστ ᾿Ιησο, 7 να νδεξηται ν τος αἰῶσι τος περχομνοις τν περβλλοντα πλοτον τς χριτος ατο ν χρησττητι φ' μς ν Χριστ ᾿Ιησο.
8 τ
γρ χριτ στε σεσωσμνοι δι τς πστεως· κα τοτο οκ ξ μν, Θεο τ δρον, 9 οκ ξ ργων, να μ τις καυχσηται. 10 ατο γρ σμεν ποημα, κτισθντες ν Χριστ ᾿Ιησο π ργοις γαθος, ος προητομασεν Θες να ν ατος περιπατσωμεν

ΑΠΟΔΟΣΗ

Αδελφοί, ο Θεός επειδή είναι γεμά­τος έλεος και ευσπλαχνία, εξαιτίας της πολλής αυτού αγάπης, πού μας έχει α­γαπήσει, αν και είμαστε πεθαμένοι από τα παραπτώματα μας, όμως μας ζωντάνευσε μαζί με τον Ιησού Χριστό- με τη χάρη του είσαστε σωσμένοι· και μας ανάστησε μαζί Του και μας κάθισε μα­ζί Του στα επουράνια, για να δείξει στους κατοπινούς αιώνες τον υπερβο­λικό πλούτο της Χάριτος Του και την καλωσύνη Του σε μας δια του Ιησού Χριστού.Είσαστε σωσμένοι με τη Χάρη (του Χρίστου) και δια μέσου της πίστεως και αυτό δεν οφείλεται σε σας, γιατί και η πίστη είναι δώρο του Θεού. Και αυ­τό δεν οφείλεται στα έργα των ανθρώ­πων για να μη καυχηθεί κανένας. Είμαστε λοιπόν δικό του ποίημα που μας δημιούργησε δια του Ιησού Χρί­στου, με υποχρέωση να εργασθούμε καλά έργα, εκείνα, που προετοίμασε ό Θεός για να ζήσουμε συμφωνά με αυτά.