Του Δημήτρη Καραβασίλη
Στην Ίμβρο δεν γιορτάζαμε γενέθλια. Πολλές φορές, κι
αυτός που είχε τα γενέθλια του δεν τα θυμόταν. Γιορτή του καθένος ήταν η
ονομαστική, η ημέρα της γιορτής του Αγίου που είχε το όνομά του. 'Ολοι είχαν
χριστιανικά ονόματα και μάλιστα αγίων ονομαστών. Αυτό το
φρόντιζαν πολύ.
" Να μην έχει μαθέ το παιδί γιορτή;" λέγαμε
Εθνικά ονόματα δεν είχαμε, ένας στους εκατό, μπορεί και όχι.
Έτσι λοιπόν, όλοι είχαν τη γιορτή τους. Κάθε μέρα του χρόνου που ήταν γιορτή κάποιου Αγίου, η μέρα για όλο το χωριό ήταν γιορτή, ήταν σχόλη. Το σήμα το έδινε το πρωί η καμπάνα.
"Του Αη Δημήτρη σήμερα, μεγάλ' η χάρη του" κι έκαναν τον σταυρό τους. Κόσμος πολύς στις εκκλησιές και πιο πολύ αυτοί που γιόρταζαν. Κάποιοι έκαναν και αρτοκλασία. Τα πέντε πρόσφορα στο πανέρι. Πολλή ευλάβεια, πολλή συγκίνηση, σε όσους στέκονταν γύρω στο τραπέζι, όπου ήταν τοποθετημένα ένα πρόσφορο από κάθε πανέρι, το λάδι, το κρασί και οι αναμμένες λαμπάδες. " Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν" και κλείνει η αυλάια της αρτοκλασίας. Παίρνει η καθε μια νοικοκυρά το πανέρι της, κόβει μερικά πρόσφορα σε μικρές φετούλες και τις μοιράζει στο εκκλησίασμα.
Όσι δεν έχουνε "άρτο" φέρνουν ένα μόνο πρόσφορο το "σταυρό" και το δίνουν στον παπά την ώρα της προσκομιδής, να μνημονεύσει το όνομα, "υπερ υγείας" του εορτάζοντος.
Μέρα γιορτής λοιπόν, άρα αργία, σκόλη. Μόνο τα μπακάλικα, τα κρεοπωλεία, τα κουρεία είναι ανοιχτά. Μετά την εκκλησία οι εορτάζοντες στα καφενεία κερνούν όλους τους πελάτες του μαγαζιού και αυτοί τους εύχονται "χρόνια πολλά".
Το βράδυ, όσα σπίτια γιορτάζουν φαίνονται από τα πολλά φώτα. Σήμα! "Γιορτάζουμε! Ορίστε!"
Το σπίτι που γιορτάζει έχει Λαμπρή. Λάμπει, αστράφτει, γελά! Πάστρα και στόλισμα. Το μικρό σαλονάκι του καταστόλιστο με μεταξωτα υφαντά, κεντήματα, νταντέλες. Όλα από τα χέρια της νοικουράς.
Το βράδυ έρχονται οι επισκέπτες, συγγενείς, γείτονες, φίλοι, γεμίζει το σπίτι όχι μόνο ανθρώπους αλλά και εγκάρδιες εκδηλώσεις, σφιχτές χειραψίες, αγκαλιές, φιλιά, αγάπη. Ενα μόνο λειπει, το δώρο. Τούτη την άχρηση πολυτέλεια δεν την συνηθίζαμε.
Κάθονται οι επισκέπτες, σφιχτά ο ένας κοντά στον άλλον (μικρό το σαλονάκι), και προσπαθούν να βρουν κάτι να πουν να ζεσταθεί η ατμόσφαιρα. Η κοπέλα που μπαίνει με τον δίσκο τους βγάζει από την αμηχανία. Ένας μεγάλος δίσκος με μικρά ποτήρια, μ' ένα ποτό και μεγάλα ποτήρια με νερό και στη μέση ένας κεσές με γλυκό του κουταλιού, πλάι μικρά κουταλάκια. Παίρνει ο καθένας γλυκό με ένα κουταλάκι, πίνει το νερό του και στη σειρά ένα ποτηράκι με ποτό και χαιρετά " χρόνια πολλά!" και μαζί όσες ευχές έχει στην καρδια του γι' αυτόν που γιορτάζει. Στο δεύτερο γύρο, άλλος δίσκος με πιατάκια του γλυκού το καθένα, κουραμπιέδες, αμυγδαλωτά, παντεσπάνι, μπακλαβού, όλα επίσης από τα αχέρια της γυνάικας, της μάνας, της αδελφής.
Στο μεταξύ έρχονται άλλοι, ο χώρος είναι μικρός, φεύγουν λοιπόν οι πρώτοι και κάθονται οι καινούργιοι. Αυτό γίνεται και πέρα από τα μεσάνυχτά!
Αχ!!! Αυτή η μυρωδάτη ατμόσφαιρα γλυκαίνει το παρόν και το μέλλον μου.
" Να μην έχει μαθέ το παιδί γιορτή;" λέγαμε
Εθνικά ονόματα δεν είχαμε, ένας στους εκατό, μπορεί και όχι.
Έτσι λοιπόν, όλοι είχαν τη γιορτή τους. Κάθε μέρα του χρόνου που ήταν γιορτή κάποιου Αγίου, η μέρα για όλο το χωριό ήταν γιορτή, ήταν σχόλη. Το σήμα το έδινε το πρωί η καμπάνα.
"Του Αη Δημήτρη σήμερα, μεγάλ' η χάρη του" κι έκαναν τον σταυρό τους. Κόσμος πολύς στις εκκλησιές και πιο πολύ αυτοί που γιόρταζαν. Κάποιοι έκαναν και αρτοκλασία. Τα πέντε πρόσφορα στο πανέρι. Πολλή ευλάβεια, πολλή συγκίνηση, σε όσους στέκονταν γύρω στο τραπέζι, όπου ήταν τοποθετημένα ένα πρόσφορο από κάθε πανέρι, το λάδι, το κρασί και οι αναμμένες λαμπάδες. " Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν" και κλείνει η αυλάια της αρτοκλασίας. Παίρνει η καθε μια νοικοκυρά το πανέρι της, κόβει μερικά πρόσφορα σε μικρές φετούλες και τις μοιράζει στο εκκλησίασμα.
Όσι δεν έχουνε "άρτο" φέρνουν ένα μόνο πρόσφορο το "σταυρό" και το δίνουν στον παπά την ώρα της προσκομιδής, να μνημονεύσει το όνομα, "υπερ υγείας" του εορτάζοντος.
Μέρα γιορτής λοιπόν, άρα αργία, σκόλη. Μόνο τα μπακάλικα, τα κρεοπωλεία, τα κουρεία είναι ανοιχτά. Μετά την εκκλησία οι εορτάζοντες στα καφενεία κερνούν όλους τους πελάτες του μαγαζιού και αυτοί τους εύχονται "χρόνια πολλά".
Το βράδυ, όσα σπίτια γιορτάζουν φαίνονται από τα πολλά φώτα. Σήμα! "Γιορτάζουμε! Ορίστε!"
Το σπίτι που γιορτάζει έχει Λαμπρή. Λάμπει, αστράφτει, γελά! Πάστρα και στόλισμα. Το μικρό σαλονάκι του καταστόλιστο με μεταξωτα υφαντά, κεντήματα, νταντέλες. Όλα από τα χέρια της νοικουράς.
Το βράδυ έρχονται οι επισκέπτες, συγγενείς, γείτονες, φίλοι, γεμίζει το σπίτι όχι μόνο ανθρώπους αλλά και εγκάρδιες εκδηλώσεις, σφιχτές χειραψίες, αγκαλιές, φιλιά, αγάπη. Ενα μόνο λειπει, το δώρο. Τούτη την άχρηση πολυτέλεια δεν την συνηθίζαμε.
Κάθονται οι επισκέπτες, σφιχτά ο ένας κοντά στον άλλον (μικρό το σαλονάκι), και προσπαθούν να βρουν κάτι να πουν να ζεσταθεί η ατμόσφαιρα. Η κοπέλα που μπαίνει με τον δίσκο τους βγάζει από την αμηχανία. Ένας μεγάλος δίσκος με μικρά ποτήρια, μ' ένα ποτό και μεγάλα ποτήρια με νερό και στη μέση ένας κεσές με γλυκό του κουταλιού, πλάι μικρά κουταλάκια. Παίρνει ο καθένας γλυκό με ένα κουταλάκι, πίνει το νερό του και στη σειρά ένα ποτηράκι με ποτό και χαιρετά " χρόνια πολλά!" και μαζί όσες ευχές έχει στην καρδια του γι' αυτόν που γιορτάζει. Στο δεύτερο γύρο, άλλος δίσκος με πιατάκια του γλυκού το καθένα, κουραμπιέδες, αμυγδαλωτά, παντεσπάνι, μπακλαβού, όλα επίσης από τα αχέρια της γυνάικας, της μάνας, της αδελφής.
Στο μεταξύ έρχονται άλλοι, ο χώρος είναι μικρός, φεύγουν λοιπόν οι πρώτοι και κάθονται οι καινούργιοι. Αυτό γίνεται και πέρα από τα μεσάνυχτά!
Αχ!!! Αυτή η μυρωδάτη ατμόσφαιρα γλυκαίνει το παρόν και το μέλλον μου.
dkaravasilis.gr
Αναρτήθηκε από τη συνοδοιπορία