Αδελφοί και τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι Θείοι Πατέρες εθέσπισαν όπως της μεγάλης εορτής της Αναστάσεως του Κυρίου προηγήται περίοδος ασκήσεως και πνευματικής καθάρσεως, διαρκείας τεσσαράκοντα ημερών. Η άσκησις πραγματοποιείται και δια του περιορισμού των τροφών, δηλονότι της νηστείας, αλλά κυρίως δια της αποχής από το κακόν. Τονίζει χαρακτηριστικώς ο ιερός υμνογράφος ότι αληθής και ευπρόσδεκτος από τον Θεόν νηστεία είναι η των κακών αλλοτρίωσις, η εγκράτεια γλώσσης, η θυμού αποχή, ο χωρισμός από των κακών επιθυμιών, της καταλαλιάς, του ψεύδους και της επιορκίας, η επανόρθωσις της αδικίας, η δίωξις του εμπαθούς λογισμού, η θερμη εξομολόγησις, ο καθαρμός της συνειδήσεως, “ης ουδέν εν κόσμω βιαιότερον”, η εγκράτεια από “παθών βλαβερών, από φθόνου και μίσους, από πάσης κακίας”, η αποφυγή της “εκτροπής του νοός”, η ομολογία των εσφαλμένων· ότι “εγγύς επί θύραις ο Κριτής εστιν”, ο ετάζων καρδίας και νεφρούς, “ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών” (Μεγας Κανών Αγίου Ανδρέου Κρήτης).
Η σωματική άσκησις σκοπόν έχει την κάθαρσιν του νου και την προσήλωσιν αυτού εις την αγάπην του Κυρίου και Θεού ημών Ιησού Χριστού. Ταυτοχρόνως, και εις την αγάπην των συνανθρώπων μας, η οποία και αποτελεί την απόδειξιν ότι είμεθα μαθηταί του Αγαπώντος αυτούς. Η αγάπη μας πρέπει να είναι έμπρακτος και να συνεπάγεται δι ἡμᾶς κάποιαν θυσίαν υπέρ αυτών. Διότι αγάπη άνευ προσφοράς των αναγκαίων υλικών και πνευματικών αγαθών εις τον αγαπώμενον είναι κ ε ν ο ς λόγος. Ιδίως κατά την παρούσαν εποχήν της μεγάλης ηθικής και οικονομικής κρίσεως οφείλομεν, όσοι έχομεν την δυνατότητα, να προσφέρωμεν μετά ιλαρότητος, αγάπης και σεβασμού προς τον συνάνθρωπον την βοήθειάν μας προς αυτόν. Τοτε μόνον η χαρά μας επί τη Αναστάσει του Κυρίου θα είναι πλουσία, όταν και η προσφορά μας προς τούς αδελφούς Αυτού, τούς ελαχίστους, τούς συνανθρώπους μας, είναι πλουσία. “Ο αγαπών τον πλησίον ως εαυτόν ουδέν περισσότερον κέκτηται του πλησίον· [...] όσον ουν πλεονάζεις τω πλούτω, τοσούτον ελλείπεις τη αγάπη”, διδάσκει το αψευδές πατερικόν στόμα (Μεγάλου Βασιλείου, Προς τούς πλουτούντας, P.G. 31,281Β).
Ο κόσμος νομίζει, ατυχώς, ότι η χαρά συμπορεύεται προς το λ α μ β α ν ε ι ν και κ α τ ε χ ε ι ν πλούτον, δόξαν, αξιώματα και άλλας απολαύσεις. “Ουδέν γαρ αχρηστότερον ανδρός ουκ ειδότος φιλείν”· και “όταν ίδης τινά δεόμενον θεραπείας η σωματικής, η ψυχικής, μη λέγε προς εαυτόν∙ Τινος ένεκεν ο δείνα και ο δείνα αυτόν ουκ εθεράπευσεν; αλλ’ απάλλαξον της αρρωστίας, και μη απαίτει εκείνους ευθύνας της αμελείας. [...] Αν γαρ επιστάξης αυτώ καθάπερ έλαιον του λόγου την διδασκαλίαν, αν καταδήσης τη προσηνεία, αν θεραπεύσης τη καρτερία, θησαυρού παντός ευπορώτερόν σε ούτος εργάσεται” (Ιερού Χρυσοστόμου, Εις Β´ Κορινθίους ΚΖ´ και κατά Ιουδαίων Η´, P.G.61, 586-587 και 48, 932-933). Η αλήθεια είναι ότι η χαρά και η ικανοποίησις από την προσφοράν αγάπης και υλικών αγαθών προς τον συνάνθρωπον είναι ασυγκρίτως μεγαλυτέρα. Η συνήθης κοινωνική αντίληψις, η οποία και διδάσκεται εις τούς νέους ως η πλέον συμφέρουσα δι αὐτούς οδός, είναι η πλεονεξία και απληστία. Αι ιδέαι όμως αύται, όταν επικρατήσουν, δημιουργούν κοινωνικάς διαταράξεις, και τελικώς βλάπτουν και αυτούς οι οποίοι αποκτούν υπέρμετρα αγαθά επί ζημία των υπολοίπων. Ο αναπόφευκτος κοινωνικός διαχωρισμός πρέπει να εξομαλύνεται εκουσίως δια της προσφοράς των εχόντων προς τούς μη έχοντας, ως ο Κυριος ημών διδάσκει αναφέρων ενδεικτικώς: “ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι” (Λουκ. γ ,11). Μονον δια της αισθήσεως της ενότητος ημών προς όλους τούς συνανθρώπους μας, και μάλιστα τούς αδυνάτους, θα διανύσωμεν την περίοδον της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής θεαρέστως και θα έχωμεν την ευλογίαν του Χριστού.
Κατά το τρέχον έτος, το οποίον ανεκηρύξαμεν Έτος Πανανθρωπίνης Αλληλεγγύης, πρέπει, εν όψει και της σοβαράς παγκοσμίου οικονομικής κρίσεως, να δείξωμεν όλοι περισσότερον ενδιαφέρον δια την ανακούφισιν των στερουμένων στοιχειωδών αγαθών αδελφών μας.
Κατ αὐτόν τον τρόπον θα διανύσωμεν το “ενώπιον ημών στάδιον των αρετών” θεαρέστως και εν πνευματική προόδω, θα “απολαύσωμεν του δηναρίου”, “θα δεχθώμεν το δίκαιον όφλημα” και θα εορτάσωμεν με πληρότητα χαράς την Αγίαν Ανάστασιν του Κυρίου, καθ ἥν αληθώς “ζωη πολιτεύεται”, του Οποίου η Χαρις και το πλούσιον Έλεος είησαν μετά πάντων υμών.
Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,βιγ´
+ Ο Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος προς Θεόν ευχέτης πάντων υμών
http://inaap.wordpress.com/
Οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι Θείοι Πατέρες εθέσπισαν όπως της μεγάλης εορτής της Αναστάσεως του Κυρίου προηγήται περίοδος ασκήσεως και πνευματικής καθάρσεως, διαρκείας τεσσαράκοντα ημερών. Η άσκησις πραγματοποιείται και δια του περιορισμού των τροφών, δηλονότι της νηστείας, αλλά κυρίως δια της αποχής από το κακόν. Τονίζει χαρακτηριστικώς ο ιερός υμνογράφος ότι αληθής και ευπρόσδεκτος από τον Θεόν νηστεία είναι η των κακών αλλοτρίωσις, η εγκράτεια γλώσσης, η θυμού αποχή, ο χωρισμός από των κακών επιθυμιών, της καταλαλιάς, του ψεύδους και της επιορκίας, η επανόρθωσις της αδικίας, η δίωξις του εμπαθούς λογισμού, η θερμη εξομολόγησις, ο καθαρμός της συνειδήσεως, “ης ουδέν εν κόσμω βιαιότερον”, η εγκράτεια από “παθών βλαβερών, από φθόνου και μίσους, από πάσης κακίας”, η αποφυγή της “εκτροπής του νοός”, η ομολογία των εσφαλμένων· ότι “εγγύς επί θύραις ο Κριτής εστιν”, ο ετάζων καρδίας και νεφρούς, “ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών” (Μεγας Κανών Αγίου Ανδρέου Κρήτης).
Η σωματική άσκησις σκοπόν έχει την κάθαρσιν του νου και την προσήλωσιν αυτού εις την αγάπην του Κυρίου και Θεού ημών Ιησού Χριστού. Ταυτοχρόνως, και εις την αγάπην των συνανθρώπων μας, η οποία και αποτελεί την απόδειξιν ότι είμεθα μαθηταί του Αγαπώντος αυτούς. Η αγάπη μας πρέπει να είναι έμπρακτος και να συνεπάγεται δι ἡμᾶς κάποιαν θυσίαν υπέρ αυτών. Διότι αγάπη άνευ προσφοράς των αναγκαίων υλικών και πνευματικών αγαθών εις τον αγαπώμενον είναι κ ε ν ο ς λόγος. Ιδίως κατά την παρούσαν εποχήν της μεγάλης ηθικής και οικονομικής κρίσεως οφείλομεν, όσοι έχομεν την δυνατότητα, να προσφέρωμεν μετά ιλαρότητος, αγάπης και σεβασμού προς τον συνάνθρωπον την βοήθειάν μας προς αυτόν. Τοτε μόνον η χαρά μας επί τη Αναστάσει του Κυρίου θα είναι πλουσία, όταν και η προσφορά μας προς τούς αδελφούς Αυτού, τούς ελαχίστους, τούς συνανθρώπους μας, είναι πλουσία. “Ο αγαπών τον πλησίον ως εαυτόν ουδέν περισσότερον κέκτηται του πλησίον· [...] όσον ουν πλεονάζεις τω πλούτω, τοσούτον ελλείπεις τη αγάπη”, διδάσκει το αψευδές πατερικόν στόμα (Μεγάλου Βασιλείου, Προς τούς πλουτούντας, P.G. 31,281Β).
Ο κόσμος νομίζει, ατυχώς, ότι η χαρά συμπορεύεται προς το λ α μ β α ν ε ι ν και κ α τ ε χ ε ι ν πλούτον, δόξαν, αξιώματα και άλλας απολαύσεις. “Ουδέν γαρ αχρηστότερον ανδρός ουκ ειδότος φιλείν”· και “όταν ίδης τινά δεόμενον θεραπείας η σωματικής, η ψυχικής, μη λέγε προς εαυτόν∙ Τινος ένεκεν ο δείνα και ο δείνα αυτόν ουκ εθεράπευσεν; αλλ’ απάλλαξον της αρρωστίας, και μη απαίτει εκείνους ευθύνας της αμελείας. [...] Αν γαρ επιστάξης αυτώ καθάπερ έλαιον του λόγου την διδασκαλίαν, αν καταδήσης τη προσηνεία, αν θεραπεύσης τη καρτερία, θησαυρού παντός ευπορώτερόν σε ούτος εργάσεται” (Ιερού Χρυσοστόμου, Εις Β´ Κορινθίους ΚΖ´ και κατά Ιουδαίων Η´, P.G.61, 586-587 και 48, 932-933). Η αλήθεια είναι ότι η χαρά και η ικανοποίησις από την προσφοράν αγάπης και υλικών αγαθών προς τον συνάνθρωπον είναι ασυγκρίτως μεγαλυτέρα. Η συνήθης κοινωνική αντίληψις, η οποία και διδάσκεται εις τούς νέους ως η πλέον συμφέρουσα δι αὐτούς οδός, είναι η πλεονεξία και απληστία. Αι ιδέαι όμως αύται, όταν επικρατήσουν, δημιουργούν κοινωνικάς διαταράξεις, και τελικώς βλάπτουν και αυτούς οι οποίοι αποκτούν υπέρμετρα αγαθά επί ζημία των υπολοίπων. Ο αναπόφευκτος κοινωνικός διαχωρισμός πρέπει να εξομαλύνεται εκουσίως δια της προσφοράς των εχόντων προς τούς μη έχοντας, ως ο Κυριος ημών διδάσκει αναφέρων ενδεικτικώς: “ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι” (Λουκ. γ ,11). Μονον δια της αισθήσεως της ενότητος ημών προς όλους τούς συνανθρώπους μας, και μάλιστα τούς αδυνάτους, θα διανύσωμεν την περίοδον της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής θεαρέστως και θα έχωμεν την ευλογίαν του Χριστού.
Κατά το τρέχον έτος, το οποίον ανεκηρύξαμεν Έτος Πανανθρωπίνης Αλληλεγγύης, πρέπει, εν όψει και της σοβαράς παγκοσμίου οικονομικής κρίσεως, να δείξωμεν όλοι περισσότερον ενδιαφέρον δια την ανακούφισιν των στερουμένων στοιχειωδών αγαθών αδελφών μας.
Κατ αὐτόν τον τρόπον θα διανύσωμεν το “ενώπιον ημών στάδιον των αρετών” θεαρέστως και εν πνευματική προόδω, θα “απολαύσωμεν του δηναρίου”, “θα δεχθώμεν το δίκαιον όφλημα” και θα εορτάσωμεν με πληρότητα χαράς την Αγίαν Ανάστασιν του Κυρίου, καθ ἥν αληθώς “ζωη πολιτεύεται”, του Οποίου η Χαρις και το πλούσιον Έλεος είησαν μετά πάντων υμών.
Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,βιγ´
+ Ο Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος προς Θεόν ευχέτης πάντων υμών
http://inaap.wordpress.com/